Η Μόσχα δεν κατάφερε να χωρίσει την Ορθοδοξία

Λίγοι απ’ το ευρύτερο κοινό της χώρας μας κατάφεραν να αντιληφθούν την τελευταία προσπάθεια του Πατριαρχείου Μόσχας να διασπείρει τη διχόνοια στον ορθόδοξο κόσμο. Καθώς αυτή η απόπειρα κατέληξε σε ένα πλήρες φιάσκο για τη Ρώσικη ορθόδοξη εκκλησία (ΡΟΚ), ενώ τα δικά μας ρωσοφιλικά «τρολ» μάλλον προτίμησαν να σιωπήσουν (ενώ δεν είχαν το θάρρος να επικρίνουν την απόφαση της Ιεράς Συνόδου της ορθόδοξης εκκλησίας της Βουλγαρίας, η οποία αυτή τη φορά αρνήθηκε να συμμετάσχει στο ρωσικό εγχείρημα). Γι’ αυτό σήμερα θα ήθελα να παρουσιάσω το χρονικό αυτής της τελευταίας ρωσικής τυχοδιωκτικής απόπειρας.

Ουσιαστικά αυτή ξεκίνησε το Νοέμβριο του περασμένου έτους με έναν μάλλον αδέξιο τρόπο. Εκείνη τη περίοδο προσκλήθηκε στη Μόσχα ο πατριάρχης Ιεροσολύμων για να του απονεμηθεί πανηγυρικά ένα απ’ τα πομπώδη ρώσικα «εκκλησιαστικά βραβεία». Ακριβώς τότε – κυριολεκτικά δύο ημέρες μετά την αναχώρηση του, ο εν λόγω Πατριάρχης απέστειλε σ’ όλες τις αυτοκέφαλες Ορθόδοξες εκκλησίες πρόσκληση για σύγκληση μιας Πανορθόδοξης  σύναξης των προκαθημένων  τους (η οποία θα ελάμβανε μέρος στην επικράτεια του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων) με επίσημο ανακοινωμένο στόχο «την διατήρηση της ενότητας των Ορθοδόξων εκκλησιών».  Η πρόσκληση-έκκληση στάλθηκε επίσης στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, γραμμένη μάλιστα στα αγγλικά σ’ αντίθεση με την από αιώνων παράδοση να γράφεται η αλληλογραφία μεταξύ αυτών των δύο Εκκλησιών στην ελληνική καθαρεύουσα. Η σύμπτωση της επίσκεψης του Θεόφιλου Γ΄ στη Μόσχα και της απροσδόκητης «πρωτοβουλίας» του ήταν τόσο προφανής που κατέστη αμέσως σαφές προς όλους, ποιος ήταν ο πραγματικός υπεύθυνος  για την ιδέα της συγκλήσης μιας τέτοιου είδους συνάντησης και ακόμη περισσότερο που ακριβώς συνεγράφη η απεσταλθείσα επιστολή (η οποία λόγω έλλειψης ειδικών συνεγράφη στα αγγλικά).

Αλλά γιατί συνέβη αυτό ; Απλούστατα διότι η Μόσχα, αφού διέκοψε μονομερώς την ευχαριστιακή της κοινωνία με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, λόγω της εκδόσεως του τόμου του 2019 για την αυτοκεφαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ουκρανία  — ενώ μετά από λίγο διάστημα διέκοψε και την κοινωνία με την Εκκλησία της  Ελλάδος και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, συνειδητοποίησε ότι απομονώνεται απ’ τον Ορθόδοξο κόσμο, γεγονός απαράδεκτο για το «τριτο-ρωμαϊκό»  σύμπλεγμα και ειδικότερα για την αυτοκρατορική πολιτική της Ρωσίας του Πούτιν, η οποία εδώ και αρκετά χρόνια χρησιμοποιεί ενεργά την Εκκλησία της Ρωσίας για την επίτευξη του ιδεολογικο-πολιτικού σχεδίου «Ορθόδοξος πολιτισμός», σχέδιο, το οποίο ως κύρια επιδίωξη του έχει τον διαχωρισμό των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης  — σ’αυτές που η Ορθόδοξη πίστη είναι κυρίαρχη — απ’ την ευρωπαϊκή τροχιά. Μετά τη βιαστική και λανθασμένη ρήξη, η οποία οδήγησε στη διακοπή των σχέσεων με την κορυφαία Ορθόδοξη Εκκλησία (Κωνσταντινούπολη) και η οποία είχε ως συνέπεια τη διακοπή των σχέσεων με ακόμη δύο ελληνόφωνες  εκκλησίες, η Μόσχα αντιμετώπισε την προοπτική της πλήρους κατάρρευσης του εν λόγω ιδεολογήματος περί «ορθοδόξου πολιτισμού» (σύμφωνα με το οποίο επικεφαλής αυτού του πολιτισμού είναι η Ρωσία). Ταυτοχρόνως διόλου δεν είχε λησμονηθεί η προσπάθεια της ΡΟΚ να ανατρέψει την από πολλά έτη προετοιμαζόμενη Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κρήτης (που πραγματοποιήθηκε το 2016 με απούσες τέσσερις τοπικές εκκλησίες, των οποίων η απουσία οφείλεται προφανώς σε παρότρυνση της Μόσχας). Ακριβώς λόγω αυτής της δυσμενούς συγκυρίας, η οποία δημιουργήθηκε απ’ την ΡΟΚ, το Πατριαρχείο Μόσχας επιδίωξε τη σύγκληση μιας «Πανορθόδοξης σύναξης» για την «επίλυση της κρίσης στην Ουκρανία» και την «εξάλειψη του σχίσματος στην οικουμενική Ορθοδοξία»  (στην πραγματικότητα, με εξαίρεση τα Μόσχα, κανείς στον Ορθόδοξο κόσμο δεν βρισκόταν σε κατάσταση «σχίσματος). Προς μεγάλη απογοήτευσή της, καμία από τις «αδελφές-τοπικές εκκλησίες» δεν έδειξε ανάλογο ενθουσιασμό, ούτως ώστε ν’ ανταποκριθεί στο κάλεσμα της ΡΟΚ, ενώ σωστά υπενθύμισαν στην τελευταία ότι μόλις πριν από δύο χρόνια, η ίδια είχε μποϊκοτάρει την Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κρήτης, ενώ τώρα επιδιώκει την εκ νέου σύγκληση μιας Πανορθόδοξης Συνόδου μόνο και μόνο για να υπερασπίσει τα συμφέροντα της.

Επειδή κατέστη ξεκάθαρο στη Μόσχα ότι «Πανορθόδοξη σύνοδος», η οποία θα καταδικάσει τις ενέργειες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ουκρανία δεν πρόκειται να συγκληθεί, αλλά αντιθέτως, δρομολογείται η διαδικασία σταδιακής αναγνώρισης της Ορθόδοξης εκκλησίας της Ουκρανίας, η Μόσχα αποφάσισε να δράσει με πλάγιο τρόπο. Όπως παρατήρησα και στην αρχή του κειμένου, η Μόσχα έδρασε με έναν εξαιρετικά αδέξιο τρόπο ενώ μέχρι σήμερα δεν καταλαβαίνω γιατί ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων έπρεπε να δωροδοκηθεί με τέτοιον έκδηλο και φτηνό τρόπο και έπειτα αστραπηδόν μετά την αναχώρησή του απ’ τη Μόσχα να ανησυχεί τόσο πολύ για την «ευχαριστιακή ενότητα της Ορθόδοξης  Εκκλησίας» προωθώντας προς όλους μια επιστολή γραμμένη στα αγγλικά. Φαίνεται ότι η ΡΟΚ, παρά την ασάφεια της απόπειρας βασιζόταν σε μια απροσδόκητη ανάληψη πρωτοβουλίας  για την σύγκληση «κάποιου είδους Πανορθόδοξης σύναξης» σ’ ένα απ’ τα πρεσβυγενή Πατριαρχεία, τα οποία ανήκουν στον ελληνόφωνο χώρο της Οικουμενικής ορθοδοξίας, ελπίζοντας ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα προκαλέσει πανικό στους «φαναριώτες» στην Κωνσταντινούπολη υπερκεράζοντας την αντίσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Δυστυχώς για τη Μόσχα τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Αντιθέτως, στις 26 Δεκεμβρίου 2019, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος απάντησε στον αδελφό του Θεόφιλο Γ΄ με μια άνευ προηγουμένου επιστολή ως προς το ψυχρό και ειρωνικό ύφος της, στην οποία δεν αποσιώπησε ότι του είναι ξεκάθαρα γνωστός ο υπεύθυνος αυτής της απροσδόκητης «πρωτοβουλίας» (παρεμπιπτόντως, μια έκφραση αυτής της ειρωνείας στην επιστολή του πατριάρχου Βαρθολομαίου είναι η προσποίητή έκπληξη  της «ξένης», μη-ελληνικής γλώσσας, στην οποία «ο αγαπητός και περιπόθητος αδελφός» απευθύνεται σ’ αυτόν: «δια πρώτην φοράν εις την μακραίωνα ιστορίαν των δύο ημετέρων Πατριαρχείων  το ορθώς επιγραφόμενον «Ελληνορθόδοξον Πατριαρχείον Ιεροσολύμων»  αλληλογραφεί μετά του Οικουμενικού Πατριάρχου εις γλώσσαν ξένην προς την μητρικήν ημών τοιαύτην» – (γεγονός, το οποίο τα ντόπια ρωσοφιλικά «τρολ» προσπάθησαν να το παρουσιάσουν με άκρως γελοίο τρόπο ως εκδήλωση «εθνοφυλετισμού» εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριάρχη). Εν συνεχεία στην ίδια επιστολή, αποκαλύπτεται σημείο προς σημείο, όλη η απερισκεψία της μοσχοβίτικης πρόκλησης. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος γράφει ότι: «Μετά δυσκολίας κατανοούμεν την πρωτοφανή εις την ιστορίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας ανάληψιν υφ’ Υμών πρωτοβουλίας προς σύγκλησιν Πανορθοδόξου Συνάξεως. Περιττόν να υπομνήσωμεν Υμίν την θέσιν, (το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων είναι μόλις το τέταρτο στη σειρά των Διπτύχων, διότι άρχισε να διαμορφώνεται μόνο μετά την αποκατάσταση της κατεστραμμένης Ιερουσαλήμ απ’ τους Ρωμαίους και με την επάνοδο του ονόματος της –δηλαδή τον 4ο αιώνα – σ.σ.) την οποίαν κατέχει το Υμέτερον Πατριαρχείον εις την τάξιν των Διπτύχων της Αγιωτάτης Ορθοδόξου Εκκλησίας, ως και το γεγονός ότι, κατά την κανονικήν τάξιν, ήτις ανέκαθεν και μέχρι προσφάτως εγένετο υφ’ όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών σεβαστή, αι Πανορθόδοξοι Συνάξεις των Προκαθημένων συγκαλούνται πάντοτε υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου, όστις και προεδρεύει αυτών. Ποίου είδους ενότητα θέλει υπηρετήσει η Υμετέρα πρωτοβουλία, εάν απουσιάζη εκ της προτεινομένης υφ’ Υμών Συνάξεως ο Πρώτος τη τάξει των Ορθοδόξων Προκαθημένων;». Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ρωτάει επίσης αρκετά λογικά: «ποίον νόημα θα είχε μία Σύναξις Προκαθημένω, κατά την οποίαν δεν θα ήτο δυνατή η τέλεσις από κοινού της Θείας Λειτουργίας, διότι εις εξ αυτών διέκοψε την Ευχαριστιακήν κοινωνίαν μετά τινων εξ αυτών;». Ο «εις εξ αυτών» δεν είναι ουδείς άλλος εκτός απ’ τον Πατριάρχη Μόσχας, ο οποίος μονομερώς διέκοψε την ευχαριστιακή κοινωνία με τρεις προκαθημένους της Εκκλησίας (τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως). Ας σημειώσω εδώ, ότι ο όρος «σύναξις» στην εκκλησιαστική ορολογία δεν έχει απλώς την έννοια της «συναθροίσεως»  (με την ἐννοια μιας κοσμικής «διασκέψεως» ή «συγκεντρώσεως»), αλλά σημαίνει την ένωση (εν Χριστώ Ιησού). Εύλογα λοιπόν ρωτάει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, ότι εκτός από τον μη κανονικό τρόπο σύγκλησης (όχι απ’ τον πρώτο, αλλά μόλις απ’ τον τέταρτο των προκαθημένων) , τι είδους εκκλησιαστική σύναξη θα μπορούσε να φανταστεί ο Θεόφιλος, καθώς ο ένας απ’ τους συμμετέχοντες (και ο πραγματικός της εμπνευστής)  βρίσκεται σε σχίσμα με τουλάχιστον τρεις απ’ τους άλλους προκαθημένους. Τέλος, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος θέτει υπό ισοπεδωτική ειρωνεία τον ίδιο τον σκοπό της προτεινομένης συνάξεως απ’ τον άγιο αδελφό του: «Τρίτον, απορίαν προκαλεί εις ημάς η επίκλησις, ως σκοπού της προτεινομένης υφ’ Υμών Συνάξεως, της «διαφυλάξεως της Ευχαριστιακής κοινωνίας εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία». Αλλ’ η Ευχαριστιακή κοινωνία εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία ουδέποτε διεκόπη ει μη υπό μιάς και μόνον Ορθοδόξου Εκκλησίας (το Πατριαρχείο Μόσχας – σ.σ.), και τούτο μονομερώς, πασών των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών διατηρουσών την προς αυτήν και μετ’ αλλήλων Ευχαριστιακήν κοινωνίαν. Προς την Εκκλησίαν ταύτην, συνεπώς, δέον να κατευθυνθή οιαδήποτε προσπάθεια επανόδου εις την Ευχαριστιακήν κοινωνίαν, και ουχί προς τας λοιπάς Εκκλησίας».

Οι ενστάσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου ήταν άριστα θεμελιωμένες και δικαιολογημένες  και νομίζω ότι έφεραν τον Θεόφιλο Γ΄ σε εξαιρετικά άβολη θέση, επειδή «πιάστηκε» στο «αγκίστρι» της Μόσχας. Παρόλο που ήταν αργά για να ανακαλέσει την «πρωτοβουλία» του, ένα σημάδι ότι αυτός και ο Κύριλλος Μόσχας αντιλήφθηκαν ότι υπέπεσαν σε ατόπημα ήταν η επακόλουθη μεταβολή της ονομασίας του ανακοινωθείσης «Σύναξεως των προκαθημένων». Σταδιακά η ορολογία «υποβαθμίστηκε», η «σύναξη» μετατράπηκε «αδελφική συνάντηση», και εν τέλει – στο ανακοινωθέν της εκδήλωσης αναφέρεται ως «μια συνάντηση Προκαθημένων και εκπροσώπων τοπικών ορθόδοξων Εκκλησιών» (ας σημειωθεί εδώ η απουσία των οριστικών άρθρων, πρόκειται για συνάντηση Προκαθημένων και όχι «των» Προκαθημένων, συνάντηση ορθόδοξων Εκκλησιών και όχι «των» ορθόδοξων Εκκλησιών). Όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποδείχθηκε ότι ακόμη και εκείνες οι αυτοκέφαλες Εκκλησίες που συναντήθηκαν στις 25 και 26 Φεβρουαρίου στο Αμμάν ήταν απρόθυμες να αρνηθούν το αποκλειστικό δικαίωμα του πρώτου στην τάξη, δηλαδή του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως αναφορικά με τη σύγκληση πανορθόδοξων συνάξεων και συναντήσεων «των προκαθημένων» των εκκλησιών. Επιπλέον φάνηκαν δισταχτικές στο να υποστηρίξουν τη Μόσχα με τη δικαιολογία ότι σε αυτήν την περίπτωση πρέπει να γίνει εξαίρεση στη τάξη, διότι όσον αφορά το ζήτημα της Ουκρανικής εκκλησίας ( για το οποίο έπρεπε να συγκληθεί «σύναξη»)  η Κωνσταντινούπολη «ήταν ξένη». Γι’ αυτόν τον λόγο – μεταξύ άλλων – η συνάντηση στο Αμμάν – προς μεγάλη λύπη του Κυρίλλου Μόσχας – δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά μια μέτρια εμφάνιση, η οποία δεν μπορούσε ούτ στο ελάχιστο να προσεγγίσει τις ελπίδες που έτρεφε η Μόσχα για «Πανορθόδοξη σύναξη» (με σκοπό την «καταδίκη» της Κωνσταντινούπολης)  ακόμα και «σύναξη των Προκαθημένων».

Παρά το γερό χτύπημε που δέχτηκε από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο αυτή η συνάντηση, η φιλοδοξία της Μόσχας να πραγματοποιήσει την προγραμματισμένη «εκδήλωση» δεν συντρίφθηκε.  Καταπίνωντας κυριολεκτικά την ίδια της τη σύγχυση, η Μόσχα ξεκίνησε τη διαδικασία «προσέλκυσης» συμμετεχόντων στην εκδήλωση. Εδώ ακριβώς υπέστη τη δεύτερη και ακόμα πιο σοβαρή ήττα της η ΡΟΚ. Ο πατριάρχης Ιεροσολύμων και ο πραγματικός υπεύθυνος της εκδήλωσης υπολόγιζαν ως εύκολα ελεγχόμενους και αδιαμφισβήτητους συμμετέχοντες στην «αντιφαναριώτικη συγκέντρωση», τους τρεις Προκαθημένους αυτών των εκκλησιών, οι οποίοι λόγω της ρωσικής πίεσης δεν έλαβαν μέρος στη Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κρήτης  – συγκεκριμένα το Πατριαρχείο Αντιοχείας, Βουλγαρίας και Γεωργίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι προγραμματισμένοι συμμετέχοντες έφταναν έως και πέντε Πατριαρχεία. Δεν ήταν δύσκολο να πεισθεί να συμμετάσχει αυτή τη φορά (σε αντίθεση με το 2016) και ο Πατριάρχης της Σερβικής εκκλησίας. Άλλωστε τα τελευταία δύο χρόνια αυτή η εκκλησία διαποτίζεται όλο και περισσότερο από ένα εθνικιστικό και αντιευρωπαϊκό πνεύμα, ενώ αυξάνεται ο φόβος της ότι η Κωνσταντινούπολη θα επιληφθεί του ζητήματος της εκκλησίας της Βορείου Μακεδονίας, την οποία οι Σέρβοι θεωρούν δική τους, με τον ίδιο τρόπο που έλυσε και το ουκρανικό ζήτημα. Επομένως η Μόσχα ανέμενε τη συμμετοχή έξι Πατριαρχείων. Επίσης αυτή τη φορά δεν είχε καμία πρόθεση να αφήσει τις μειονοτικές (και σχεδόν εξ ολοκλήρου εξαρτώμενες και «στελεχωμένες» από αυτήν) Ορθόδοξες εκκλησίες της Πολωνίας, της Τσεχίας και της Σλοβακίας να δράσουν  αυθαίρετα. Οκτώ ολόκληρες εκκλησίες – ακόμη και συγκαλούμενες κατά παράβαση της κανονικής τάξης και απουσία του «πρώτου μεταξύ ίσων», ακόμη και ως «αδελφική οικογενειακή συνάντηση» –  αυτό ασφαλώς θα ήταν μια μεγάλη επιτυχία για τη Μόσχα. Τουλάχιστον όσον αφορά τους «αριθμούς» των «δύο στρατοπέδων» θα καθίστατο σαφές στους «φαναριώτες» ότι το «στρατόπεδο», του οποίου ηγείται η Ρωσία έχει τεράστιο πλεονέκτημα με συνέπεια… «ο Ορθόδοξος πολιτισμός να παραμένει επικεντρωμένος στην Ευρασία και αν όχι σήμερα, τότε αύριο θα επαναφέρει την Ουκρανία στους κόλπους του».

Ας δούμε τώρα τι συνέβη τελικά. Το αναφέρω με ειλικρινή ικανοποίηση, ότι η Οικουμενική Ορθοδοξία παρά τις αδιαμφισβήτητες, αλίμονο, πολλές φορές εσωτερικές αντιφάσεις της, δεν αποφάσισε να προκαλέσει ένα επικίνδυνο σχίσμα προς το συμφέρον μιας τοπικής εκκλησίας. Αντιθέτως, διατήρησε ισχυρή την παρόρμηση (ή διατηρήθηκε απ’ το Άγιο Πνεύμα) να μη χωριστεί – κάτι που αν τυχόν γινόταν πραγματικότητα θα είχε μόνιμες μελλοντικές συνέπειες· τον χωρισμό δηλαδή της Ορθοδοξίας  σε δυο μέρη – ένα φιλορωσικό και ένα υπέρ της Κωνσταντινουπόλεως. Συνέβη κάτι το απροσδόκητο για την ΡΟΚ, το Πατριαρχείο Γεωργίας, ο θεωρούμενος σίγουρος έμπιστος αρνήθηκε να συμμετάσχει σ’ αυτή την προφανώς αντικανονική και παράδοξη για όλους συγκαλυμμένη φάρσα. Αυτή η πράξη ανησύχησε τρομερά τον διάσημο «υπουργό εξωτερικών» του Πατριάρχη Μόσχας, μητροπολίτη Ιλαρίων Αλφέγιεφ, ο οποίος, αφιχθείς στη Σερβία (για να μη πάει χαμένη και αυτή η εκκλησία), σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες που έχουμε υπόψιν μας, «κάλεσε» έναν απ’ τους ευρισκόμενους στη Σερβία μητροπολίτες της Ορθόδοξης εκκλησίας Βυυλγαρίας για να τον πείσει να «ασκήσει πίεση» στη δική του εκκλησία (τον λόγο που ο μητροπολίτης Ιλαρίων δεν τόλμησε αυτή τη φορά να έρθει απευθείας στη χώρα μας θα το εξηγήσω κάποια άλλη φορά). Το αποτέλεσμα αυτής της δράσης άφησε έκπληκτη ακόμα και τη Μόσχα. Παρά τις προσδοκίες (συμπεριλαμβανομένων και των δικών μου), η ΒΟΕ όχι μόνο δεν υπέκυψε στην πίεση, όχι μόνο δεν «έκανε την πάπια» αλλά εξέδωσε επίσημο ανακοινωθέν στο οποίο δήλωνε ότι «δεν θα συμμετάσχει στη συνάντηση του Αμμάν». Μια-δυο μέρες αργότερα και η τρίτη εκκλησία, η οποία δεν είχε λάβει στη σύνοδο της Κρήτης –το πρεσβυγενές Πατριαρχείο Αντιοχείας ανακοίνωσε ότι δεν θα λάβει μέρος στην εν λόγω συνάντηση. Εν τω μεταξύ, από τις θεωρούμενες ως «απρόβλεπτες» Εκκλησίες, η εκκλησία της Αλβανίας και η αρχιεπισκοπή Κρήτης είχαν ήδη ανακοινώσει την άρνηση τους να συμμετάσχουν, ενώ το Πατριαρχείο Ρουμανίας δήλωσε ότι θα στείλει αντιπροσωπεία, αλλά όχι σε «υψηλό επίπεδο».

Summa summarum: Κυριολεκτικά μια ημέρα πριν από την έναρξη της «αδελφικής συνάντησης» (διότι η εκκλησία της Πολωνίας δίσταζε μέχρι την τελευταία ώρα) κατέστη σαφές ότι στην πρωτεύουσα της Ιορδανίας θα συγκεντρωθούν: ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων, η Μόσχα και η Σερβία, καθώς και οι επικεφαλής των δύο μειονοτικών Ορθοδόξων εκκλησιών: δηλαδή της Πολωνίας, της Τσεχίας και Σλοβακίας και ένας Ρουμάνος μητροπολίτης. Αρνήθηκαν να λάβουν μέρος σε αυτή τη τυχοδιωκτική συνάντηση οι εξής: τα πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιόχειας, Βουλγαρίας και Γεωργίας (συνολικά πέντε πατριάρχες, έξι μαζί με τη Ρουμανία). Αρνήθηκαν επίσης – σύμφωνα με τη σειρά των διπτύχων – ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, Ελλάδος και Αλβανίας. Συνολικά αρνήθηκαν να έρθουν οι Προκαθήμενοι των εννέα εκ των δεκατεσσάρων αυτοκεφάλων εκκλησιών της Ορθόδοξης εκκλησίας. Ασφαλώς αυτό προκαθόρισε την πλήρη αποτυχία της συνάντησης του Αμμάν και συνεπώς την τρίτη ήττα της Μόσχας.

Για την επόμενη – θα μιλήσουμε μια άλλη φορά.

Καλίν Γιανάκιεφ

Πηγή: https://kultura.bg/web/%d0%bc%d0%be%d1%81%d0%ba%d0%b2%d0%b0-%d0%bd%d0%b5-%d1%83%d1%81%d0%bf%d1%8f-%d0%b4%d0%b0-%d1%80%d0%b0%d0%b7%d0%b4%d0%b5%d0%bb%d0%b8-%d0%bf%d1%80%d0%b0%d0%b2%d0%be%d1%81%d0%bb%d0%b0%d0%b2%d0%b8%

Ο Καλίν Γιανάκιεφ είναι καθηγητής στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Σόφιας “Αγ. Κλήμης της Αχρίδας”, μέλος της Διεθνούς Εταιρείας για τη Μελέτη της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας (S.I.E.P.M.). Συγγραφέας των βιβλίων: “Αρχαίος ελληνικός πολιτισμός – προβλήματα φιλοσοφίας και μυθολογίας”. “Θρησκευτικές και φιλοσοφικές σκέψεις”. “Φιλοσοφικά πειράματα για τη μοναξιά και την ελπίδα”. “Δίπτυχο εικόνων. Μια απόπειρα θεολογίας της θεωρίας ». «Ο Θεός της εμπειρίας και ο Θεός της φιλοσοφίας. Σκέψεις για τη γνώση του Θεού ». “Τρεις υπαρξιακές-φιλοσοφικές μελέτες. Κακό. Παθος. Ανάσταση ». Ο Κόσμος του Μεσαίωνα «Res Vitae. Res Publicae. Φιλοσοφικές και φιλοσοφικοπολιτικές μελέτες από χριστιανική προοπτική ». «Ευρώπη-Μνήμη-Εκκλησία. Πολιτικές-ιστορικές και πνευματικές σημειώσεις »(κείμενα που δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα Χριστιανισμός και Πολιτισμός). Το 2016, δημοσιεύτηκε μια συλλογή ερευνών προς τιμήν του καθηγητή Καλίν Γιανάκιεφ  “Christianitas, Historia, Metaphysica”. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του είναι η Θυσία του Χριστού, η Ευχαριστία και η Εκκλησία. Μελέτες επί των βιβλικών θεμελιώσεων »(Communitas, 2017).

d0%b5/

Ο Μεταφυσικός Ρωσόφιλος

Putin 3

Το παρακάτω κείμενο προέρχεται απ’  την πένα του Βούλγαρου καθηγητή φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Σόφιας και συγγραφέα  Καλίν Γιανάκιεφ (γεννημένος στις 5 Μαρτίου 1956 στη Σόφια). Ο Γιανάκιεφ λαμβάνει ενεργό  ρόλο στη κοινωνική ζωή της χώρας του συγγράφοντας άρθρα και παρεμβαίνοντας στην επικαιρότητα. Είναι ενδιαφέρον να τονίσουμε ότι ήταν υπέρ της εισαγωγής του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία της Βουλγαρίας ενώ εκφράστηκε και εναντίον της ¨ηθικής επανόρθωσης¨ της κομμουνίστριας πολιτικού της Βουλγαρίας Λιουντμίλα Ζίβκοβα ενώ εκφράστηκε και εναντίον των συνεδρίων και συνεστιάσεων που έγιναν προς τιμή της, λέγοντας πως το ό,τι  «άνοιξε τη Βουλγαρία στο δυτικό κόσμο» δεν την εμπόδισε να μην άρει την απαγόρευση στη πρόσβαση μεγάλο μέρους των διανοουμένων σε δυτικά λογοτεχνικά έργα στη Βουλγαρία. Ο Καλίν Γιανάκιεφ λαμβάνει επίσης ενεργό ρόλο ως ενορίτης στην Ρωσική Εκκλησία της Σόφιας υποστηρίζοντας το δίκαιο των πιστών να την επισκέπτονται. Κύρια επιστημονικά ενδιαφέροντα του Γιανάκιεφ είναι η έρευνα της φιλοσοφίας του Μεσαίωνα και η χριστιανική θεολογία.

Αποφάσισα να μεταφράσω το συγκεκριμένο κείμενο, το οποίο δημοσιεύτηκε πρόσφατα στις εννέα Οκτωβρίου 2016, επειδή αναφέρεται σ’ έναν τύπο ανθρώπου, τον οποίο συναντάμε και στην Ελλάδα. Πρόκειται για τον ρωσόφιλο, ο οποίος συνήθως είναι εθνικιστής, ακραιφνής ορθόδοξος και γενικότερα ένας τύπος συντηρητικών απόψεων. Είναι γεγονός βέβαια ότι στην Ελλάδα ο τύπος του εν λόγω ρωσόφιλου είναι πιο λαϊκός, πιο αφελής, απ’  τον διανοούμενο ρωσόφιλο, ο οποίος εντοπίζεται κυρίως σε χώρες, όπως η Βουλγαρία, χώρες δηλαδή που έχουν σχέση με τη Ρωσία λόγω γλώσσας αλλά και λόγω της προγενέστερης επιρροής απ’ τη Σοβιετική Ένωση. Το ζήτημα όμως δεν είναι η αφέλεια των δικών μας ρωσόφιλων ή η μόρφωση του τύπου του ρωσόφιλου, που περιγράφει ο Καλίν Γιανάκιεφ. Το θέμα είναι ότι και οι δύο στηρίζονται σε ένα θρησκευτικό δέος, έναν μεταφυσικό θαυμασμό προς την Ρωσία, ο οποίος δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα αλλά σε μια καλλιεργημένη ιδέα, σε μια προπαγάνδα, σ’ έναν μύθο.

Στην Ελλάδα ο μύθος αυτός καλλιεργήθηκε κυρίως την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, λόγω του γεγονότος ότι η ομόθρησκη Ρωσία ενέπνεε εμπιστοσύνη στους Έλληνες, παρόλα αυτά η πολιτική της Ρωσίας απέφερε τα αντίθετα πάντα αποτελέσματα. Ενδεικτικό το ότι το 1787 οι Έλληνες πρόσφεραν βοήθεια στρατιωτική στους Ρώσους με ελληνικό στόλο υπό τον Λάμπρο Κατσώνη, αλλά μετά την ήττα της Τουρκίας ουδείς λόγος έγινε απ’ τη Ρωσία για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Την ίδια πολιτική συνέχισαν και οι άλλοι τσάροι. Πρέπει να τονιστεί ότι ο Τσάρος Αλέξανδρος ο Α΄ το έτος 1812 διά της συνθήκης του Βουκουρεστίου κέρδισε την Βεσαραβία, υποστήριξε την αυτονομία της Σερβίας αλλά ουδεμία μνεία έκανε περί της Ελλάδας παρά τις υποσχέσεις και τις διαβεβαιώσεις που είχε δώσει στον Έλληνα στρατηγό του Ρωσικού στρατού Αλέξανδρο Υψηλάντη. Η ανθελληνική ρωσική πολιτική ακολούθησε για πολλά χρόνια. Πιστεύω όμως πως δεν είναι ο ρόλος μου να περιγράψω την πολιτική της Ρωσίας προς την Ελλάδα, όποιος θέλει να ενημερωθεί γι’  αυτά τα θέματα μπορεί να τα διαβάσει στο βιβλίο του Χριστόπουλου, Ελληνορωσικαί Σχέσεις Δια Μέσου των Αιώνων, το οποίο περιγράφει με ιστορικά στοιχεία την πολιτική στάση της Ρωσίας προς την Ελλάδα.

Δεν πρέπει όμως να μας προκαλεί εντύπωση και οι σχέσεις που έχει η ρωσική πολιτική με την Χρυσή Αυγή, άλλωστε η ρωσική πολιτική υποστηρίζει, φανερά ή υπόγεια και άλλα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη. Οι μύθοι βέβαια περί υποστήριξης των ελληνικών θέσεων για την ΑΟΖ πρέπει να έχουν καταπέσει τώρα (βλ. http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/h-chrush-augh-kalwsorizei-sthn-patrida-mas-ton-hgeth-ths-rwsias-bladimhro-p ) , επειδή απ’  ότι φαίνεται ο Τσάρος Πούτιν προτιμάει τον Σουλτάνο Ερντογάν, ιδιαίτερα μετά το ανεπιτυχές πραξικόπημα και την ¨δυναμική¨ αντίδραση του Ερντογάν. Πρέπει να είναι σχιζοφρενής ο Έλλην ρωσόφιλος, ο οποίος υποστηρίζει τον σύμμαχο του Ερντογάν, Πούτιν, την ώρα μάλιστα που ο Ερντογάν κάνει αλλοτριωτικές δηλώσεις για προσχώρηση εδαφών στη Τουρκία, αμφισβητώντας το Διεθνές Δίκαιο και τις Συνθήκες!

Μπορούν να ειπωθούν πολλά πάνω στο θέμα Ρωσία και πολιτική αλλά κάποτε πρέπει να μάθουμε να διαχωρίζουμε την πολιτική απ’ την κουλτούρα. Είμαι πεπεισμένος πως η πολιτική του κράτους της Ρωσίας δεν ταυτίζεται με την κουλτούρα των ανθρώπων που ζουν εκεί, πρέπει επίσης κάποτε να γίνει αντιληπτό στους Έλληνες ότι η Ρωσία δεν είναι ένα καθαρά ομόδοξο κράτος, η Ρωσία δεν είναι μόνο Ορθόδοξη. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα πολυεθνικό, πολυθρησκευτικό κράτος, στο οποίο καίριο ρόλο παίζει η Ορθοδοξία. Σ’ έναν πληθυσμό 142.800.000 ανθρώπων οι 58.800.000 δηλώνουν Ορθόδοξοι, δηλαδή ένα 41%. Παρόλα αυτά παραμένει το ερώτημα πόσοι από το 41% είναι ενεργοί Ορθόδοξοι, οι οποίοι πηγαίνουν στην Εκκλησία. Εν πάση περιπτώσει, η θρησκεία και μόνο δεν είναι λόγος για να υπάρχει πολιτική υποστήριξη μεταξύ δύο κρατών.

Πιστεύω πως το κείμενο του Καλίν Γιανάκιεφ με την καυστικότητα του ρίχνει φως στο θέμα του μεταφυσικού ρωσόφιλου, ο οποίος είναι περισσότερο ένας ειδωλολάτρης με μάσκα, που κρύβεται πίσω από μεγάλα λόγια και σπουδαιοφανείς, κούφιες κατ’ τ’ άλλα ιδέες.

*************************************************************

Υπάρχει ένας ιδιαίτερος, μεταφυσικός ρωσόφιλος, του οποίου ο τύπος δεν μοιάζει καθόλου με τους ασπρομάλληδες διαδηλωτές του Βόλεν Σίντεροφ ούτε τους κουστουμαρισμένους ¨ειδικούς πυρηνικής ενέργειας¨, οι οποίοι καθοδηγούνται από έναν πρώην Βούλγαρο πρόεδρο (1).

Ο μεταφυσικός ρωσόφιλος είναι διαφορετικός: ¨συντηρητικός¨ και εκδηλώνεται κυρίως στις σελίδες των περιοδικών, στις οποίες ασκεί κριτική ενάντια στο φιλελεύθερο καπιταλισμό και στο λεγόμενο ¨τουρμποκαπιταλισμό¨ (παρόλα αυτά στα ίδια περιοδικά υπάρχουν διαφημίσεις ρολογιών, τα οποία κοστίζουν χιλιάδες ευρώ). Μερικές φορές εμφανίζεται και στην τηλεόραση (ποτέ όμως για να αντιπαρατεθεί στις ¨αντίθετες απόψεις¨, κάτι το οποίο επιβάλλεται στους φιλελεύθερους ¨πολιτικάντηδες¨ – το ύφος του είναι αυστηρά διανοουμενίστικο και αναγκάζει τον δημοσιογράφο να του στείλει εκ των προτέρων τις ερωτήσεις). Επίσης είναι σαρκαστικός και ¨βαθύς¨. Επικαλείται τους ρώσους κλασικούς και τους μεγάλους ρώσους γέροντες. Στέκεται υπεράνω της ¨πολιτικής¨, στην περιοχή της εσχατολογίας και της αποκαλυπτικής. Για τον ίδιο η Ρωσία δεν είναι ένα όνομα (numen), αλλά numina (πνεύμα). Και όλοι, όσοι για τον έναν ή τον άλλον λόγο θεωρούνται σ’ εμάς ¨ρωσόφοβοι¨ (ο όρος αυτός είναι επινοημένος, για να στηλιτεύονται πιο εύκολα, όσοι ασκούν κριτική στον Β. Πούτιν και δεν αποδέχονται ότι η ¨Ευρώπη βρίσκεται σε παρακμή), γι’  αυτόν είναι ιδιοτελείς και στενόμυαλοι ¨φιλελεύθεροι¨ δίχως δυνατότητα ανύψωσης του πνεύματος τους, θρησκευτικής εμβάθυνσης και πνευματικής θεωρίας. Ο μεταφυσικός ρωσόφιλος είναι ένας τύπος με θλιμμένη φυσιογνωμία, που ακουμπά με περισυλλογή τον δείχτη του χεριού στο μάγουλο του.

Εδώ είναι μερικές απ’  τις απόψεις του, οι οποίες έχουν ληφθεί από διαφορετικούς αντιπροσώπους του είδους, με το δικό μου σύντομο σχόλιο.

Οι χώρες συνορεύουν η μία με την άλλη, ενώ η Ρωσία συνορεύει με τον Θεό – θα έλεγε ο Ρίλκε.

Είναι πιθανό. Ακόμη και οι μεγάλοι ποιητές μπορούν να πουν κάποια βλακεία (κάτι που τους ταιριάζει, γιατί οι φωνές τους κάνουν ακόμα και τις ανοησίες να ηχούν όμορφα)…Η Ρωσία συνορεύει με τον Θεό…

Ποτέ δεν συνόρευε με τη λασπώδη αγροτική στέπα, εκεί που ο Βογιάρος  έστελνε τα σκυλιά του ενάντια σ’ ένα ανήλικό δουλοπάροικο, μικρό αγόρι ακόμα, το οποίο κατά λάθος είχε τραυματίσει ένα σκυλί και έπρεπε να το ξεσκίσουν τα σκυλιά μπροστά στα μάτια της μητέρας του (πληροφορία προερχόμενη απ’  τον Ντοστογιέφσκι).

Ποτέ δεν συνόρευε με τα γεμάτα αλκοολικούς στρατόπεδα της Σιβηρίας, εκεί που αποκτηνωμένοι άντρες και γυναίκες βράζουν ¨σαμαγκόν¨ από λαδωμένα σκαμνιά, επειδή η ¨τυπική κατακόρυφη ρωσική γραμμή εξουσίας¨ έχει χάσει την όραση της κάπου εκεί πέρα ¨στα σύνορα με τον Θεό¨(2).

Ποτέ δεν συνόρευε με την  ¨άβυσσο των Γκουλάγκ¨, απλά συνέπεσαν τα σύνορα με την ¨απέραντη¨ της έκταση για τη διάρκεια εβδομήντα χρόνων (3).

Εάν η Ρωσία ¨συνορεύει με τον Θεό¨, τότε συνορεύει και με τον Άδη. Ωστόσο, δεν λέω κάτι το βλάσφημο – ο κάθε χριστιανός θα πρέπει να γνωρίζει, ότι ολόκληρος ο τωρινός κόσμος συνορεύει ¨άνωθεν¨ με τον Θεό και ¨κάτωθεν¨ με τον Άδη. Αυτό είναι, για να το πω έτσι,  η μεταφυσική του τοπολογία.

Όμως η Ρωσία δεν εντοπίζεται ¨στον κόσμο τούτον¨ όπως όλα τα υπόλοιπα ¨κοσμικά¨ κράτη. Αυτό ακριβώς θέλει να μας εμπνεύσει ο μεταφυσικός Ρωσόφιλος.

«Αυτό το οποίο οι ¨δυτικοί¨ δεν πρόκειται ποτέ να συγχωρήσουν στη Ρωσία είναι η Ορθοδοξία» – είπε πρόσφατα ο Σεργκέι Λαβρόφ και ήταν κάτι το ¨απολύτως εύλογο¨.  Τι σπουδαία ρήση, τι βάθος! Όχι τα Γκουλάγκ, ούτε την κατάκτηση της μισής Ευρώπης μετά το 1945, ούτε την προσάρτηση της Κριμαίας στις δικές μας μέρες! Όχι την δολοφονία του Αλεξάντερ Λιτβινένκο με πολώνιο, ούτε αυτή με σφαίρα της Άννας Πολιτκόφσκαγια. Όχι τις εβδομαδιαίες παραβιάσεις του εναέριου χώρου στη Νορβηγία, στη Σουηδία, στη Φιλανδία, στη Μεγάλη Βρετανία, ούτε το Ντονμπάς και το Λουγκάνσκ. Δεν είναι η βάση κατασκόπων κοντά στη Νίς (για την οποία μας ενημέρωσαν ακόμα και τα δικά μας μέσα), ούτε οι βάρβαροι βομβαρδισμοί στο Χαλέπι και οι σκοτωμένοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά απ’  τον ¨σύμμαχο¨ Άσαντ. Όχι! Αυτά είναι βέβηλα πράγματα, για τα οποία ¨κόπτονται¨ οι επιπόλαιοι ¨ρωσόφοβοι¨. Στο βάθος αυτό που δεν μπορούν να συγχωρήσουν στην Ρωσία είναι η Ορθοδοξία.

Πως όμως  τη  ¨συγχωρούν¨ στους Έλληνες, στους Ρουμάνους και στους Βούλγαρους ; Ή μήπως όσον αφορά αυτά τα εδάφη, επειδή δεν είναι ρωσικά δεν είναι και ορθόδοξα, αλλά μονάχα αξιολύπητα ερείπια, εγχώριος ¨παπισμός¨, ο οποίος υποστηρίζεται μόνο με τη χάρη της Αγιότητας του Κύριλλου,  ¨Πατριάρχη της Μόσχας και πασών των Ρωσιών¨.

Επειδή Ορθοδοξία έξω από την Ρωσία δεν υπάρχει καθόλου, από τότε που εμφανίστηκε η θεωρία της ¨Τρίτης Ρώμης¨.

Η Ορθοδοξία και εκτός της Ρωσίας είναι ¨ρωσικότητα¨. Αν δεν είναι, θεωρείται μονάχα ¨οικουμενισμός¨, ¨χαμερπής αποστασία¨, ¨νεωτερισμός¨, ¨διάσκεψη της Κρήτης¨ των δέκα αυτοκέφαλων ναυαγίων (4). Όλοι οι ορθόδοξοι, οι οποίοι δεν είναι ρωσόφιλοι (σύμφωνα με τον ήρωα μας) είναι μονάχα συνωμότες ¨φιλελεύθεροι¨ – ψυχοπαίδια του Βατικανού ή του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.

Θα πρέπει να αφοριστούν!

Ουσιαστικά για τον κλαίοντα από ενθουσιασμό ¨χριστιανικό¨ ρωσόφιλο ο Χριστός ακόμα και μετά την Ανάληψη του δεν ¨ανέβηκε στους ουρανούς¨  δεν ¨κάθεται στα δεξιά του Πατέρα, σύμφωνα με το Σύμβολο της πίστης. Αλλά ζει στην Ρωσία, όπου συνεχίζει να την περιέρχεται ¨από άκρο σε άκρο με τα γυμνά του πόδια¨. Γι’  αυτό τον λόγο, ο ¨υπόλοιπος¨ κόσμος δεν μπορεί να συμβιβαστεί με ¨το γεγονός της Ρωσίας¨. Το γεγονός ότι η Ρωσία είναι ¨ο παράδεισος επί της γης¨,  ¨το χιλιετές βασίλειο του Αγίου Πνεύματος¨. Να έχουν να ακούν κάποιοι μεσαιωνικοί Ιωακειμιτές και χιλιαστές  (5)! Η μεταφυσική ρωσοφιλία είναι χιλιασμός, ο οποίος διακρίνεται από μια κριτικά αυξημένη διανοητική θερμοκρασία, ιστορικοφιλοσοφικο ρίγος πρακτικά αθεράπευτο.

Έχετε προσέξει ότι για τον μεταφυσικό ρωσόφιλο όλοι οι Ρώσοι συγγραφείς παρουσιάζονται ως άμεσα εκπορευόμενοι της Ρωσίας καθαυτής, εκφραστές όχι του δικού τους τάλαντου αλλά της ¨αιώνιας Ρωσίας¨, του μεταφυσικού ¨γεγονότος¨ που ονομάζεται Ρωσία. Η Ρωσία καθαυτή έχει κερδίσει το δικαίωμα να αφομοιώνει κάθε διάνοια που προέρχεται από αυτήν. Αυτοί είναι η Ρωσία και η Ρωσία είναι αυτοί.

Γι’  αυτό όταν μιλάει για τη Ρωσία, ο μεταφυσικός ρωσόφιλος μπορεί να χρησιμοποιεί ελεύθερα διάφορα τσιτάτα απ’ τις διάνοιες της, σαν να παραθέτει την ίδια τη Ρωσία με αυτό τον τρόπο, ενώ όταν χρειάζεται να παραδεχθεί τις αμαρτίες της τότε κατηγορεί τους ¨εβραίους-μπολσεβίκους¨, τους ¨κομμουνιστές¨, οι οποίοι είναι ¨σοβιετικοί¨ όχι ¨ρώσοι¨ και η διαφορά αυτή άπτεται της πίστης και του ¨δόγματος¨.

Διαμέσου του Ντοστογιέφσκι μιλάει η ¨πονεμένη ρωσική ψυχή¨, διά του Τιούτσεφ τραγουδά ¨η ίδια καρδιά της Ρωσίας¨, διά του Σολζενίτσιν μιλάει ¨ο μεγαλειώδης πόνος και η ρωσική συνείδηση¨. Έχετε άραγε ακούσει ποτέ να μιλάει διαμέσου του Ντίκενς ¨η αγγλική ψυχή¨, έχετε ακούσει για κάποια ¨μεταφυσική, αιώνια¨ Γαλλία να εκφράζεται διαμέσου των μυθιστορημάτων του Βίκτωρος Ουγκώ και των έργων του Σατωμπριάν και του Φρανσουά Μωριάκ; Μία και μοναδική φορά κατά τη διάρκεια του ναζιστικού ¨ρίγους¨ στη Γερμανία ο Βάγκνερ και ο Νίτσε, ο Γκαίτε και ο Μπετόβεν δεν αντιπροσώπευαν τον εαυτό τους, αλλά μετατράπηκαν στη προσωποποίηση του υπερβατικού ¨γερμανικού¨ Geist/Πνεύματος.

Οι ευρωπαϊκές κουλτούρες και λογοτεχνίες έχουν πρόσωπα και ονόματα –  είναι γεμάτες με τα nomina. Η ρωσική λογοτεχνία είναι ¨καθολική¨, είναι numina και εμπεριέχει τις δικές της ενσαρκώσεις. Για τον μεταφυσικό ρωσόφιλο αυτές ενσαρκώνουν μια Ρωσία, η οποία δεν εκφράζει απλά μια πολιτική και εθνική μόρφωση. Αυτή είναι μεταφυσικό Υποκείμενο. Αυτό, φυσικά, συμβαίνει σ’  αντίθεση με τη Δύση, η οποία είναι ¨αστική¨, ¨ατομικιστική¨, ¨καλβινιστική¨, ενώ η Ρωσία είναι – στο πιο ορθόδοξο ¨ολιστική¨.

Θέλω να πω ξανά, ότι αυτός ο τρόπος σκέψης είναι μια πραγματική ειδωλολατρία. Πρόκειται για την κατασκευή ενός τεράστιου ειδώλου, το οποίο έχει τοποθετηθεί ανάμεσα στον ποταμό Μπούγκ και στον Δνείπερο, στο ¨χρυσό κεφάλι¨ στο οποίο εντοιχίζεται η ψυχή των αληθινά ζωντανών ( των προαναφερθέντων Ντοστογιέφσκι, Τιούτσεφ, Σολζενίτσιν κτλ) για να μπορέσει το είδωλο να λάβει ψυχή, για να μετατραπούν οι ψυχές των ζωντανών σε ψυχή του ειδώλου.

Αλίμονο, όχι σπάνια, στα ανατολικά του Μπούγκ και του Δνείπερου οι ζωντανοί παραδίνουν τις ψυχές τους στο είδωλο. Αυτό ονομάζεται ¨αντι- αστικότητα¨, ¨ταπεινότητα¨. Και διατηρεί την παραγωγή των ενσαρκωμένων καθολικών ιδεών, για τις οποίες γίνεται λόγος: ¨αιώνια Ρωσία¨, ¨το μεταφυσικό γεγονός Ρωσία¨ κτλ.

Ο προορισμός της Ρωσίας (εννοείται της ¨αιώνιας¨ και της ¨μεταφυσικής¨, όχι αυτής της καθημερινής, την οποία γνωρίζουν οι ¨φιλελεύθεροι¨)  ήταν να ¨τιμωρήσει τον δυνατό για την ιταμότητα του¨ και να ¨ενώσει τους αδύνατους για να εκδικηθούν τους δυνατούς¨,  ισχυριζόταν κάποτε (τωρινός)  ¨σημαντικός Ρώσος διανοητής¨.

Αυτό ασφαλώς αναφέρεται στην ¨κατανοητή¨ Ρωσία, την οποία μπορούν να διανοηθούν στον ¨κόσμο των φτασμένων διανοητών¨ μόνο εκείνοι με τη θλιμμένη φυσιογνωμία, που αποθέτουν με περισυλλογή το δάχτυλο τους στο μάγουλο.

Επειδή η εμπειρική, η σημερινή Ρωσία, αυτή των ημερών μας έχει συγκεντρωθεί γύρω απ’ τη ¨μεγάλη δύναμη¨ της Συρίας και ¨τιμωρεί¨ τους αυθάδεις κατοίκους του Χαλεπιού. Επίσης ¨τιμωρεί¨ τον πληθυσμό της ανατολικής Ουκρανίας (συγγνώμη, όχι αυτόν, αλλά την κυρία Νιούλαντ, γιατί η Ουκρανία δεν υπάρχει, παρούσα είναι μόνο η Αμερική, η οποία ¨εφευρίσκει¨ παρόμοια πολιτικά υποκείμενα μόνο για να προσφέρει για να σερβίρει την Ρωσία στον εαυτό της, μαζί με ¨την γαλοπούλα την Ημέρα των Ευχαριστιών¨. Η Ρωσία έχει προσελκύσει ως μαγικό λυχνάρι του Αλαντίν την ¨αδύναμη¨ Κίνα, τους ¨αθλίους¨ του Ιράν, υπερασπίζοντας την ¨ιδιόμορφη κουλτούρα¨ του Κίμ Γιονγκ Ουν – όλους τους αδύνατους, με τους οποίους είναι αποφασισμένη να εκδικηθεί τους δυνατούς. Αλλά αυτό είναι απλά το αίσθημα του τρόμου της φιλελεύθερης εμπειρίας, ένα σκιάχτρο για να κρατά στη ζωή τους ¨δεξιούς¨ στη Βουλγαρία.

Οι ΗΠΑ, ας το θυμηθούμε, διεξήγαγαν έναν ¨βρώμικο πόλεμο¨ μακριά απ’  τη πατρίδα τους, στο Βιετνάμ και ποτέ δεν μπόρεσαν να μας εξηγήσουν τι έψαχναν εκεί.  Η Ρωσία όμως – μας εξηγεί ο μεταφυσικός μας ρωσόφιλος –  σώζει τη Συρία (συγγνώμη- σώζει τον κόσμο στη Συρία) απ’  την ¨παγκόσμια απειλή του ισλαμισμού¨(η οποία έχει τη φωλιά της μέσα ακριβώς στο Χαλέπι), συντηρεί την εικόνα της μεγάλης δύναμης, ικανής να ¨τιμωρήσει τους δυνατούς για τη θρασύτητα τους¨. Ιδού η μεταφυσική εξήγηση για την στρατιωτική της παρουσία στην ανατολική Μεσόγειο. Δεν το αντιλαμβάνεστε τυφλοί φιλελεύθεροι; Διαβάστε τον μνημονευόμενο ¨σπουδαίο ρώσο διανοητή¨, για να το καταλάβετε, αν μπορείτε !

Οι φιλελεύθεροι- ρωσόφοβοι έζησαν την αστική Ευρώπη και την τουρμποκαπιταλιστική Αμερική  ως ¨ανθρωπολογικό κανόνα¨, νοιώθουν περίπου ερωτικό ρίγος καθώς φωτογραφίζονται με τον Αμερικανό πρέσβη. Πιθανόν και να το κάνουν αυτό. Αλλά ποτέ δεν έχω δει μεγαλύτερο μεταφυσικό δέος από εκείνο, το οποίο έχουν οι ρωσόφιλοι. Πριν έναν αιώνα περίπου, ο οποιοσδήποτε Τσάρος, ο οποίος θα είχε ανέβει στον θρόνο του Κρεμλίνου, μαζί με το ¨πολιτικό του σώμα¨ (σύμφωνα με όσα λέει και ο Ernst Kantorowicz), ενστικτωδώς θεωρούνταν ο δικός μας ¨παππούς¨ – ο ¨παππούς Ιβάν¨, σχεδόν αποκαλυπτικός, κάτι σαν τον παλαιό των ημερών, – ο πρεσβύτερος του κόσμου.

Έπειτα για περισσότερο από τέσσερεις δεκαετίες οι ρωσόφιλοι μας ζούσαν με τον Ρώσο σαν να είναι ο ¨μεγαλύτερος μας αδελφός¨, διείσδυσαν με τη νηφαλιότητα  και τη γλώσσα τους με τις διπλές γαλιφιές και τα υποκοριστικά τους – μας εξόπλισαν με ένα ¨μπράτουσκι¨  μας υποχρέωσαν στα φιλιά του Μπρέζνιεφ ¨στόμα με στόμα¨ (6). Τώρα ξανά δημιούργησαν τον Πούτιν και τους πουτινικούς του επισκόπους στις ψυχές μας, λες και δίχως αυτούς θα νομιμοποιήσουμε τον γάμο των ομοφυλοφίλων και θα αντικαταστήσουμε το βιολογικό μας φύλο με την ουδέτερη ονομασία « gender». Όχι ο Πούτιν δεν είναι απλά πολιτικός, (όπως η προτεστάντης Μέρκελ). Αυτός είναι ο κατέχων (αυτός, ο οποίος συγκρατεί τον κόσμο απ’  το να έρθει ο Αντίχριστος και το τέλος του).

Είναι πιθανό ότι ορισμένοι νεαροί καριερίστες ιδεολογικοποιούν περισσότερο απ’  το κανονικό την ¨ευρωατλαντική συμμαχία¨, την Αμερική ως ¨πεπρωμένο του κόσμου¨ κτλ. Αλλά δεν έχω προσέξει να υπάρχει κάτι, το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ¨ευρωατλαντική μεταφυσική¨, των ¨αιωνίων Ενωμένων Πολιτειών¨, του ¨πατερούλη της Ουάσινγκτον¨. Κανείς ποτέ δεν έχει δει την ¨ψυχή της Ευρώπης¨, ούτε έχει νοιώσει στο πετσί του το ¨αποκαλυπτικό δέος¨ του φιλελευθερισμού.

Η παιδαριώδης ευχαρίστηση του να φωτογραφίζεσαι με τον Αμερικανό πρέσβη μου φαίνεται περισσότερο αθώα απ’  τη θρησκευτική υπόσχεση της ¨αιώνιας Ρωσίας¨. Στη πρώτη υπάρχει κάτι γελοίο, στη δεύτερη μιλάμε για καθαρή ειδωλολατρία.

1. Ο Βόλεν Σίντεροφ είναι Βούλγαρος πολιτικός και δημοσιογράφος, αρχηγός του εθνικιστικού κόμματος Ατάκα. Οι απόψεις του μπορούν να συγκριθούν με ελληνικά κόμματα του τύπου ΛΑΟΣ και ΑΝΕΛ. Το κόμμα του Σίντεροβ εμφανίζεται κυρίως ως, μια δύναμη που εναντιώνεται στην παγκοσμιοποίηση. Ενδεικτικό γεγονός αυτής της στάσης είναι ότι ο Βόλεν Σίντεροφ έλαβε μέρος το 2002 σε μια διεθνή διάσκεψη στη Μόσχα με θέμα την παγκόσμια ιστορία και τα ζητήματα που προκύπτουν απ’  την παγκοσμιοποίηση. Οργανωτής αυτής της διάσκεψης ήταν η Κοινωνικό-ανθρωπιστική Ακαδημία της Μόσχας, ενώ φαίνεται ότι έλαβαν μέρος αντιπρόσωποι της Κου Κλουξ Κλαν, όπως ο David Duke, Ισλαμιστές, όπως ο Ahmed Rami και Ρώσοι εθνικιστές, γι’  αυτό και η παρουσία του Σίντεροφ προκάλεσε σκάνδαλο.

2. Το самогон είναι ένα είδος σπιτικού οινοπνεύματος, τσίπουρου ή αλλιώς στεμφυλοπνεύματος. Είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο για την υγεία, γιατί αν δεν τηρηθεί σωστά η απόσταξη, το πιθανότερο είναι να περιέχει τοξικές οργανικές ενώσεις όπως μεθυλική αλκοόλη. Είναι ενδιαφέρον να προστεθεί ότι το 1948 η παραγωγή, η αποθήκευση και η πώληση του εν λόγω ποτού απαγορεύτηκε ενώ η παράβαση του νόμου οδηγούσε σε φυλάκιση σε στρατόπεδο εργασίας για μια περίοδο 6-7 ετών, ενώ η παραγωγή του ποτού χωρίς την πρόθεση πώλησης του προέβλεπε τη δήμευση της περιουσίας του παραβάτη.

3. Ο όρος ГУЛАГ ή ГУЛаг πρόκειται για συντομογραφία της ονομασίας Главное управление лагерей и мест заключения ( Γενική διοίκηση στρατοπέδων και τόπων κράτησης) Τα στρατόπεδα της Γκουλάγκ έγιναν διαβόητα καθώς εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που κρατούνταν στις φυλακές αυτές εξαφανίζονταν και έχαναν κάθε επαφή με τις οικογένειες τους, βασανίζονταν και έμεναν φυλακισμένοι σε φρικώδεις συνθήκες διαβίωσης για χρόνια, συχνά χωρίς καν νόμιμες δικαστικές διαδικασίες. Στη Δύση έγιναν γνωστά το 1973 μέσω της δημοσίευσης του έργου Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ 1918-1956 του νομπελίστα συγγραρφέα Αλεξάντρ Ισάγεβιτς Σολζενίτσιν. Η συγγραφέας Αν Άπλμπάουμ έχει γράψει επίσης την ιστορία των Γκουλάγκ, έργο το οποίο κυκλοφορεί στην Ελλάδα απ’ τις εκδόσεις Ιωλκός. Anne Applebaum, Γκουλάγκ – Η αληθινή ιστορία, (Ιωλκός: Αθήνα, 2009).

4. Ο συγγραφέας αναφέρεται στην Αγία και  Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας που έλαβε χώρα στην Κρήτη, στην οποία δεν έλαβε μέρος ούτε η Ρωσική, ούτε η Βουλγαρική Ορθόδοξη Εκκλησία.

5. Οι Ιωακειμίτες ήταν αίρεση του Μεσαίωνα, η οποία υποστήριζε χιλιαστικές απόψεις, όπως ότι ο κόσμος θα τελειώσει το 1260 και ότι θα έρθει ο Αντίχριστος, ενώ μετά θα υπάρξει μια εποχή βασιλείας του Χριστού στη γη. Οι απόψεις των Ιωακειμιτών βασίζονται σε έργα του θεολόγου Ιωακείμ του Φιόρε.

6. Братушки, χαϊδευτικό όπως οι αδελφούληδες, братушка, ο αδελφούλης.

Ορθόδοξος Πολιτισμός 2

Στο τέλος του προηγούμενου κειμένου, το οποίο φέρει τον ίδιο τίτλο, υποσχέθηκα να αναλύσω κριτικά τη γεωπολιτική έννοια ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨, η οποία τώρα τελευταία υπηρετεί τη πουτινική προπαγάνδα με σκοπό να εμφυσήσει την άποψη στους λαούς και τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, ότι η ΕΕ είναι ξένο σώμα γι’ αυτούς και ότι το αληθινό τους σπίτι είναι ο χώρος του παλιού Ανατολικού μπλοκ, εκεί όπου ο μεγάλος τους ¨αδερφός¨ είναι η Ρωσία. Ωστόσο, επειδή η έννοια ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ έχει παραληφθεί απ’ τους πολιτειολόγους του Πούτιν (όπως υπενθύμισα τη προηγούμενη φορά)  απ’ τον Σ. Χάντινγκτον, ο οποίος διαχωρίζει και εμάς, δηλαδή τις βαλκανικές χώρες απ’ την Ευρώπη, γι’ αυτό ακριβώς το λόγο θα ξεκινήσω με μια κριτική στην ερμηνεία του ¨πολιτισμού¨ ως έννοιας, η οποία σημαίνει κυρίως τη θρησκευτική πίστη ενός λαού.

Πρώτα απ’ όλα θα ήθελα να πω ότι, η πίστη ή το θρησκευτικό δόγμα από μόνο του δεν μπορεί να οριστεί ως πολιτισμός. Όταν μιλούμε για ορθοδοξία δεν εννοούμε πολιτισμό αλλά ένα χριστιανικό δογματικό και κανονικό σύστημα, εννοούμε την εκκλησιαστική συγκρότηση, το πνεύμα της λειτουργίας και γενικότερα εννοούμε τη πίστη αλλά και τη λατρεία. Μολαταύτα η έννοια ¨πολιτισμός¨ παραμένει κομμάτι της εγκόσμιας ζωής και πραγματικότητας. Πρόκειται για το τρόπο συγκρότησης του βίου εδώ στη γη, αυτό δηλαδή που καθορίζει τη διαβίωση μας με τους άλλους ανθρώπους στον κόσμο. Ο πολιτισμός για παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο οργανώνουμε τον τύπο της διαμονής μας εδώ στη γη, η πολιτική συγκρότηση, η οικογενειακή παράδοση και η συνέχιση αυτής της παράδοσης, το πολιτισμικό περιβάλλον, η γλωσσική δημιουργία κτλ. Πράγματι, η θρησκεία, η αλλιώς η θρησκευτική ομολογία, μπορούμε να πούμε ότι μεταφορικά, μας ομολογεί, μας μαρτυρεί κάτι για τον ουρανό, ενώ ο πολιτισμός απ’ την άλλη πλευρά είναι κάτι το οποίο πραγματεύεται με τη  ζωή επί της γης. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς δεν πρέπει να μπερδεύονται ή να ταυτίζονται η μία έννοια με την άλλη.

Είναι αλήθεια ότι, η θρησκευτική πίστη πρόκειται για ουσιαστικό στοιχείο ενός πολιτισμού, όμως δεν είναι το μοναδικό στοιχείο, το οποίο τον καθορίζει. Ενδιαφέρον είναι ότι ο Χάντινγκτον γράφει, για παράδειγμα, περί δυτικού πολιτισμού, ο οποίος προεκτείνεται έως εκεί που βρίσκονται τα όρια του δυτικού χριστιανισμού, αλλά δεν διαχωρίζει τον δυτικό χριστιανισμό σε ρωμαιοκαθολικό και προτεσταντικό. Εν τούτοις ο ¨δυτικός¨ χριστιανισμός εδώ και πέντε αιώνες είναι χωρισμένος τουλάχιστον σε δύο θρησκευτικά δόγματα και εάν ο ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ είναι διαφορετικός απ’ τον ¨δυτικό¨ τότε θα έπρεπε, εάν ο Χάντινγκτον ήταν συνεπής, να εναντιώνονται στον ¨ορθόδοξο πολιτισμό¨ (σίγουρα με διαφορετικό τρόπο)  ο ρωμαιοκαθολικός και ο προτεσταντικός. Είναι προφανές ότι, όταν κοιτούσε στα δυτικά των Βαλκανίων ο Χάντινγκτον θεώρησε ότι μια σειρά πραγμάτων στη Δύση συνενώνουν τις καθολικές χώρες όπως τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και τις προτεσταντικές όπως την Ολλανδία, τη Γερμανία (στις βορειοανατολικές της περιοχές), τη Δανία, τη Σουηδία κ.α καθιστώντας τις έναν πολιτισμό, αν και οι δύο ομάδες διαφέρουν ως προς το θρησκευτικό δόγμα. Θεώρησε δηλαδή ότι ο πολιτισμός δεν θεμελιώνεται μόνο επί του θρησκευτικού δόγματος, το οποίο μπορεί να διαφέρει και εντός ενός πολιτισμού όπως και το αντίστροφο: ένα θρησκευτικό δόγμα μπορεί να ανήκει σε δύο ή και περισσότερους ανόμοιους πολιτισμούς, εάν ουσιώδη χαρακτηριστικά της πρακτικής του βίου είναι διαφορετικά σ’ αυτούς. Επί παράδειγματι ας θυμίσω ότι, ο ίδιος ο Χάντινγκτον διαχωρίζει απ’ το ¨δυτικό πολιτισμό¨ τον ¨λατινοαμερικάνικο πολιτισμό¨,  αν και όπως είναι γνωστό, το δεσπόζον θρησκευτικό δόγμα των λατινοαμερικάνικων χωρών είναι ο ρωμαιοκαθολικισμός[1]. Γιατί τότε ο πολιτισμός της Λατινικής Αμερικής δεν ταυτίζεται στο έργο του Χάντινγκτον με το πολιτισμό της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ ; Προφανώς, διότι οι λατινοαμερικάνοι βιώνουν το καθολικισμό (όπως και πολλά άλλα πράγματα) με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι οι ευρωπαίοι και οι κάτοικοι της βορείου Αμερικής. Αλλά τότε γιατί και τα έθνη, τα οποία πρεσβεύουν το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα να μην το βιώνουν με διαφορετικό τρόπο στις δικές τους χώρες ; Και επομένως ν’ ανήκουν –όντας όλοι ορθόδοξοι – όχι σ’ έναν αλλά σε διαφορετικούς πολιτισμούς ; Γιατί για παράδειγμα κυρίως η ορθόδοξη (στο ευρωπαϊκό της κομμάτι) Ρωσία να μη βιώνει την Ορθοδοξία (και μια σειρά άλλων πραγμάτων σ’ αυτό τον κόσμο) μ’ έναν τρόπο μη-ευρωπαϊκό (ασιατικό αν θέλετε ή ευρασιατικό) – όπως συμβαίνει κιόλας στη πραγματικότητα, ενώ οι ορθόδοξοι στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Σερβία, το Μαυροβούνιο, τη ΠΓΔΜ να βιώνουν την Ορθοδοξία με διαφορετικό τρόπο κυρίως ευρωπαϊκό και επομένως να μην ταυτίζονται με τον ρωσικό πολιτισμό ;

Ωστόσο η διαμάχη στο κείμενο μας δεν σχετίζεται με τον Χάντινγκτον. Απλά η δική του εσφαλμένη γεωπολιτική σύνθεση χρησιμοποιήθηκε απ’ τους Ρώσους νεοιμπεριαλιστές αλλά και τους ρωσοφιλικούς κύκλους, οι οποίοι δρουν και στη δική μας χώρα.

Πράγματι είναι χαρακτηριστικό αυτών των κύκλων να θέλουν να εμφυσήσουν την ιδέα στους λαούς των Βαλκανίων ότι δεν ανήκουμε στην Ευρώπη, αλλά ότι εισχωρήσαμε στις δομές της μετά το 1989 λόγω κάποιας εγκληματικής παρεξήγησης των διοικούντων του ανατολικού μπλοκ  και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιούν την ορθοδοξία ως βασικό κριτήριο της διαφορετικότητας μας απ’ τους υπόλοιπους ευρωπαίους[2]. Παρόλα αυτά οι ίδιοι αυτοί κύκλοι αποτυγχάνουν να εξηγήσουν και να αποσαφηνίσουν με λογικά επιχειρήματα στο ποια ακριβώς είναι η διαφορά μεταξύ του ¨ευρωπαϊκού¨ και του ¨ορθόδοξου¨. Υπάρχει σύμφωνα με αυτούς, κάποιο ειδικό όραμα δομής του κράτους, το οποίο να είναι καθαρά ορθόδοξο και ν’ ανήκει στον ¨ορθόδοξο πολιτισμό¨ ; Αν υπάρχει ας μας εξηγήσουν ποιο ακριβώς είναι ή μήπως υπάρχει κάποια ιδιάζουσα ορθόδοξηδιαφορετική απ’ την ευρωπαϊκή ή τη δυτική -αντίληψη για την οικογένεια ; Αν υπάρχει ποια είναι ακριβώς ; Όταν πάλι υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι ότι εντός της Ευρώπης θα ξεχάσουμε ¨τις ορθόδοξες αξίες, τις οποίες έχουμε διατηρήσει εδώ και αιώνες¨,  νοιώθω το πειρασμό να τους ζητήσω να μου απαριθμήσουν καμιά δεκαριά ¨ορθόδοξες αξίες¨, οι οποίες δεν είναι και αξίες του δυτικο-ευρωπαίου χριστιανού ανθρώπου. Φυσικά, είμαι εκ των προτέρων σίγουρος ότι δεν πρόκειται να λάβω ουδεμία απάντηση απ’ τις διανοητικές ¨κορυφές¨ του τύπου Νικολάι Μαλίνοφ.

Επομένως το πρόβλημα είναι ότι οι σημερινοί προπαγανδιστές του ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ δεν έχουν προσπαθήσει να δώσουν υπόσταση στον όρο του Χάντινγκτον, δεν έχουν καν προσπαθήσει να παρουσιάσουν σε γενικές γραμμές το περιεχόμενο αυτού του όρου. Τι ακριβώς είναι ; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του ; Σε τι ακριβώς είναι τόσο διαφορετικός ο ¨ορθόδοξος πολιτισμός απ’ τον ευρωπαϊκό ;

Συνήθως όταν οι προπαγανδιστές επιχειρούν να εκφράσουν τις απόψεις τους περί αυτού του θέματος καταλήγουν σε κουβέντες του καφενέ τύπου: ¨οι Ευρωπάιοι είναι ¨κρυόκωλοι και αναίσθητοι¨, ότι τα πάντα σ’ αυτούς είναι ελεγχόμενα και κανονισμένα και η ζωή τους είναι ¨δουλειά-σπίτι, σπίτι-δουλειά¨, σ’ αυτούς δεν γίνεται να επισκεφθείς ένα φιλικό σπίτι δίχως πρόσκληση, ούτε να μιλήσεις στον ενικό στο συνάδελφο σου, ενώ εμείς – οι του ¨ορθοδόξου πολιτισμού¨ (οι σλάβοι,  οι βαλκάνιοι, οι Ρώσοι και γενικά οι μη-ευρωπαίοι) έχουμε ¨ψυχή¨, ¨μπέσα¨ και ¨φιλότιμο¨, εμείς με την αμεσότητα, το βάθος και την ειλικρίνειά μας κτλ, κτλ.

Ασφαλώς όλα αυτά δεν είναι τίποτε άλλο παρά βλακείες, αν και δεν πρόκειται για απόψεις που ακούγονται μόνο στο καφενέ ή στη ταβέρνα αλλά μπορούν να διατυπωθούν και με πιο εκλεπτυσμένο τρόπο (δείτε για παράδειγμα τις συνεντεύξεις ορισμένων ¨μεταφυσικών ρωσόφιλων¨ όπως του ιατρού και θεολόγου Νικολάϊ Μιχαήλοφ, της καθηγήτριας-ιστορικού Νταρίνα Γκριγκόροβα και του κοινωνιολόγου Ίβο Χρίστοφ) διαβάστε εκεί για το πώς ¨η Ρωσία εν αντιθέσει με τα κοσμικά δυτικά κράτη συνορεύει με το Θεό¨ ή για το ¨πως στη Ρωσία έχουν την ικανότητα ν’ αγαπούν και να μισούν με αβυσσαλέα βαθύτητα¨ – δηλαδή θα διαβάσετε για όλες τις  ¨πνευματικές-ψυχικές¨ ικανότητες, οι οποίες είναι πατέντα των ορθοδόξων και οι ¨ευρωπαίοι¨ καθόλου δεν τις γνωρίζουν.

Εμείς όμως πρέπει να είμαστε σοβαροί και γι’ αυτό θα δηλώσουμε ότι: ο ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ του Χάντινγκτον και των Ρώσων προπαγανδιστών των ημερών μας φανερά διαχωρίζεται σε δύο ομάδες με αρκετά διαφορετικό ιστορικό πεπρωμένο.

Η πρώτη, στην οποία βρίσκεται κα το λίκνο της Ορθοδοξίας, είναι τα κράτη των Βαλκανίων απ’ την Ελλάδα έως τη Κροατία και τη Σλοβενία. Είναι γνωστό ότι αυτά τα κράτη ξεπροβάλλουν στην ιστορική σκηνή έπειτα από περίπου πέντε αιώνες υποταγής σε μια ανατολική εκ φύσεως και μη-χριστιανική αυτοκρατορία – την Οθωμανική, η οποία αδιαμφισβήτητα άφησε το στίγμα της στη νοοτροπία και στη κουλτούρα αυτών των εθνών. Θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι αυτού του τύπου η ¨ανατολικότητα¨ των Βαλκανικών χωρών, οι οποίες ανήκουν και στον ¨ορθόδοξο πολιτισμό¨ τις διαχωρίζει στ’ αλήθεια απ’ τις δυτικο-ευρωπαϊκές χώρες, αλλά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, το ίδιο ακριβώς χαρακτηριστικό τις διαχωρίζει και από τη Ρωσία, η οποία έχεις τις δικές τις επιρροές από άλλες εθνοτικές ομάδες – ασιατικές, τατάρικές, μογγολικές από φυλές της Στέπας και νομάδες της Ασίας, όπως είδαμε και παραπάνω σύμφωνα και με τα λεγόμενα του Αλεξάντρ Ντούγκιν.

Ειδικότερα, το χαρακτηριστικό των βαλκανικών ορθοδόξων χωρών έγκειται στο ότι καθώς ξεπρόβαλλαν στην ιστορική σκηνή, όλες βίωσαν μια εξαιρετικά γρήγορη πορεία εξευρωπαϊσμού,  η οποία τις καθιστά μοναδικές στη πρόσφατη ιστορία της ευρωπαϊκής ηπείρου. Αυτό δεν σημαίνει ότι αμέσως τα βαλκανικά κράτη απόκτησαν τις συνταγματικές διατάξεις των δυτικο-ευρωπαϊκών κρατών μόλις απαλλάχθηκαν απ’ την Οθωμανική αυτοκρατορία. Πάντως είναι γνωστό ότι το βουλγαρικό σύνταγμα του Τυρνόβου είχε ως μοντέλο το βελγικό (και όχι το ρώσικο, το οποίο δεν υπήρχε) και όπως γράφουν και οι ιστορικοί ήταν ένα απ’ τα ¨πιο προοδευτικά για την εποχή του¨[3].

Χρειάζεται να σημειωθεί ότι έως και σήμερα σαγηνευμένοι απ’ το ρόλο της Ρωσίας στην εθνική μας απελευθέρωση δεν αναγνωρίζουμε το σημαντικότατο ρόλο της Γερμανίας (και της Αυστρο-ουγγαρίας)  στην εθνική και πολιτισμική μας συγκρότηση, η συμβολή αυτών των δύο χωρών είναι πιο σημαντική και διαρκής απ’ ότι αυτή των Ρώσων, οι οποίοι κέρδισαν μια Τουρκία ευρισκόμενη σε κρίση και θεωρούμενη απ’ όλους ως ¨ο μεγάλος ασθενής της Ευρωπής¨. Ρωτήστε τον οποιονδήποτε αρμόδιο σε θέματα ιστορίας της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικού σχεδιασμού και θα σας πει ότι οι μεγαλύτερες μας πόλεις μετά την απελευθέρωση χτίστηκαν σύμφωνα με τον τρόπο των κεντρο-ευρωπαϊκών χωρών. Δεν είναι μήπως το αστικό περιβάλλον και ο σχεδιασμός των πόλεων ένα απ’ τα βασικά στοιχεία του πολιτισμού ; Επιπροσθέτως απ’ τη σύσταση της Βουλγαρίας ως ανεξάρτητου κράτους και έπειτα, η χώρα μας έχει ως βασική αρχή της δομής της τη πολυκομματική συνταγματική δημοκρατία – δηλαδή στα τέλη του 19ου αιώνα έχει ήδη ενσωματωθεί στο σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό. Αναντίρρητα, παρόμοια πορεία αναφορικά με τη πολιτική συγκρότηση, την αστικοποίηση και το πολιτιστικό περιβάλλον ακολούθησαν και οι υπόλοιπες βαλκανικές (ορθόδοξες) χώρες. Ας σημειωθεί ακόμη ότι οι εμπορικές μας δραστηριότητες και ανταλλαγές σχεδόν αμέσως μετά την ανάδυση μας στο πολιτικό χάρτη της νέας Ευρώπης προσανατολίζονται προς τη Δύση και μας συνδέουν με το υλικό της ¨κυκλοφορικό σύστημα¨  με το κέντρο και το δυτικό τμήμα της Ευρώπης. Η εκπαίδευση μας (και ιδιαίτερα η ανώτατη) είναι – τουλάχιστον έως τη δεκαετία του ’40 στον εικοστό αιώνα, αν όχι στο επίπεδο της Δυτικής Ευρώπης, ακολουθούσα πάντως τις ίδιες δεσπόζουσες κατευθύνσεις και σχολές. Το ίδιο πάλι συμβαίνει και στις υπόλοιπες χώρες των Βαλκανίων.

Ποιο είναι το συμπέρασμα ; Σύμφωνα με όλα τα πολιτισμικά κριτήρια απ’ τη στιγμή της ανάδυσης τους στο ιστορικό προσκήνιο οι ορθόδοξες χώρες των Βαλκανίων μπορούν να θεωρηθούν ευρωπαϊκές. Υπενθυμίζω:

  • Πολεοδομία –κεντρο-ευρωπαϊκή
  • Εμπορικές και βιομηχανικές σχέσεις – (κυρίως) με τη κεντρική ευρώπη
  • Κρατική οργάνωση – ευρωπαϊκή
  • Πνευματική κουλτούρα και εκπαίδευση – ακολουθεί το δυτικοευρωπαϊκό μοντέλο

Επομένως όντας άκρως προσεκτικοί μπορούμε να πούμε ότι: στη βαλκανική περιοχή της θεωρίας του Χάντινγκτον και των σημερινών Ρώσων και ρωσόφιλων προπαγανδιστών περί ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨, έχουμε στη πραγματικότητα μια ξεχωριστή σύνθεση της Μέσης Ανατολής δηλαδή του ¨μεσανατολικού¨ πολιτισμού, όσον αφορά το πεδίο της νοοτροπίας και της καθημερινής ζωής και της κεντρικο-ευρωπαϊκής (κυρίως Γερμανικής) κουλτούρας. Συνεπώς, αν πρέπει ν’ αναζητήσουμε τα πολιτισμικά μας ¨αδέρφια¨, οι Ρώσοι είναι μακριά από εμάς, αυτοί που είναι κοντύτερα λέγοντας χαριτολογώντας είναι οι Τούρκοι και οι Γερμανοί. Η ¨παράδοση¨ μας και ας το πω, ο τρόπος μας, το στυλ με το οποίο βιώνουμε την Ορθοδοξία είναι μεσανατολικός, ενώ οι νεωτερισμοί μας είναι Γερμανικοί. Τα πολιτικά μας αντανακλαστικά είναι δημοκρατικά, με τη πιο ουσιαστική έννοια αυτής της λέξης.

Δεν είναι προφανές ότι σχεδόν τα πάντα στις ορθόδοξες χώρες των Βαλκανίων είναι διαφορετικά απ’ τον ¨πολιτισμό¨ στη Ρωσία και τις άλλοτε ευρασιατικές της επαρχίες, δηλαδή τη δεύτερη ομάδα του ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ ;

Ναι, η Ρωσία είναι Ορθόδοξη χώρα, όμως έως το 1917 η κρατική της συγκρότηση και δομή δεν είχε σχέση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

  • Πρώτα απ’ όλα η Ρωσία είναι ένα απολυταρχικό , δεσποτικό και αυταρχικό κράτος, με μια απεριόριστη απόλυτη μοναρχία – μετά το 1917 μετατρέπεται σε κομματική μοναρχία των μπολσεβίκων – και ουσιαστικά πρόκειται για μια απολυταρχική μοναρχία έως το τέλος του 20ου αιώνος.
  • Η πλειοψηφία του πληθυσμού της βρίσκεται έως τα τέλη του 19ου αιώνος σε κατάσταση δουλοπαροικίας. Οι περισσότεροι άνθρωποι δηλαδή ήταν δουλοπάροικοι, υποταγμένοι στους κυρίους τους, φεουδάρχες
  • Η αστική κουλτούρα της Ρωσίας είναι εύθραυστη (για τον Ντοστογιέφσκι, ας θυμίσουμε, η Πετρούπολη είναι η ¨πόλη-φάντασμα¨, το τεχνητό σώμα πάνω στο κορμί της Ρωσίας).
  • Σύμφωνα με τους χθεσινούς υπερασπιστές της ¨ευρασίας¨ θα παραδεχθώ και εγώ, ότι έχει διαδραματίσει τεράστιο ρόλο στην ιδιαιτερότητα του πολιτισμού της Ρωσίας το τατάρικο στοιχείο. Η απόλυτη μοναρχία επί πολυάριθμων εθνοτικών δίχως να γίνεται διάκριση σύμφωνα με τη πίστη ή τον πολιτισμό τους, πρόκειται για μια ταταρική κληρονομιά στο ρωσικό κράτος (δεν είναι ορθόδοξος, αλλά τατάρικος ο ρωσικός τσαρισμός, σεβαστοί ορθόδοξοι ζηλωτές-οπαδοί της μοναρχίας).

Η νοοτροπία του ρωσικού λαού μέχρι και σήμερα παραμένει βαθιά μη-δημοκρατική. Ο ¨εξευρωπαϊσμός¨ της Ρωσίας και του λαού της εν αντιθέσει με τις ορθόδοξες χώρες των Βαλκανίων δεν ήταν παρά τμηματικός και μερικός ενώ πραγματοποιήθηκε με τυπικά ανατολίτικο, ασιατικό τρόπο, δηλαδή διαμέσου της κεντρικής εξουσίας με τις μεθόδους του ανατολικού δεσποτισμού (γι’ αυτό και ελάχιστα επηρέασε τη νοοτροπία των Ρώσων). Σας προτείνω να διαβάσετε τον Άρνολτ Τόϊνμπι για να πειστείτε ότι τα ¨κύματα¨ εξευρωπαϊσμού στη Ρωσία (αυτά τον καιρό του Πέτρου του Α΄ και του Αλεξάνδρου του Β΄) είναι τυπολογικά παρόμοια με τον κατευθυνόμενο εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας (από τον Κεμάλ Ατατούρκ) και της Ιαπωνίας (από τους Σογκούν  τον 19ο αιώνα). Στη περίπτωση αυτή καθίσταται εμφανές ότι η Ρωσία είναι μια ορθόδοξη χώρα, η οποία ανήκει στον ασιατικό (ή ευρασιατικό) πολιτισμό και γι’ αυτό είναι βαθιά (πολιτισμικά) διαφορετική απ’ τις ορθόδοξες χώρες των Βαλκανίων, οι οποίες ανήκουν (μπορεί και ισομερώς)  στον πολιτισμό της Μέσης Ανατολής και σ’ αυτόν της Δυτικής  Ευρώπης.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, τα ορθόδοξα έθνη των Βαλκανίων και η Ρωσία ανήκουν σε δύο διαφορετικούς πολιτισμούς, όπως και σε δύο διαφορετικούς πολιτισμούς ανήκουν τα καθολικά έθνη της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής.

Θα εξετάσουμε αναλυτικότερα το ζήτημα της Ορθοδοξίας στις χώρες του λεγόμενου ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ σε επόμενο άρθρο.

[1] Samuel P. Hantington, The Clash of Civilizations and the Remaking of World Order, (New York: Simon & Schuster, 1996), pp. 26.

[2] Εδώ θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι οι ίδιοι κύκλοι στην Ελλάδα υποστηρίζουν παρόμοιες απόψεις. Δεν είναι τυχαίο αυτό άλλωστε ότι τις ίδιες απόψεις εκφράζει και το κόμμα της Χρυσής Αυγής. Βλ. http://www.huffingtonpost.gr/2015/03/27/story-golden-dawn_n_6956402.html (Ανάκτηση, 3 Ιανουαρίου 2018) [Σ.τ.Μ].

[3] Το ίδιο συνέβη και στην ελληνική επικράτεια. Όπως αναφέρεται και στο έργο του Φωτιάδη στη Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου ο ιταλός Βικέντιος Γαλλίνας βοήθησε στη δημιουργία του συντάγματος. Ο Γκαλίνας είχε μαζί του το κείμενο του βελγικού Συντάγματος, που ξεχώριζε τότε σαν ένα από τα πιο προοδευτικά της Ευρώπης, και με βάση αυτό διατύπωσε το Σύνταγμα τα Επιδαύρου, που θέσπιζε την πολιτική ισότητα, τη δίκαιη απονομή των τιμών με βάση την αξία, καθώς και την κατάργηση της  δουλείας, των βασανιστηρίων και των δημέυσεων. Βλ.  Δημήτρης Φωτιάδης, Η Επανάσταση του 21, τ. 2, (Αθήνα: Εκδ. Οικ. Νίκου Βότση, 1977), σ. 192

Ορθόδοξος Πολιτισμός 1

Τελευταία παρατηρώ μια ενδεικτική αλλαγή στις κοινοτοπίες της ρώσικης γεωπολιτικής. Η αλλαγή αυτή μου φαίνεται ότι επιβάλλεται απ’ τις ανάγκες των απροκάλυπτων προπαγανδιστικών στόχων που έχουν τεθεί και τη χρήση τους από ποικίλους ιδεολόγους και πολιτικούς. Γι’ αυτό είναι σημαντικό αυτές οι αλλαγές να τεθούν υπό τον φακό μιας βαθύτερης, κριτικής ανάλυσης.

Αφορμή ν’ ασχοληθώ με αυτό το ζήτημα μου δίνει η συχνή χρήση του όρου ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨, ως αντιτιθέμενου στην ¨Ευρώπη¨, η οποία δεν παρουσιάζεται ως ¨καθολική¨ ή ¨προτεσταντική¨, όπως θα ήταν αναμενόμενο, εάν θεωρούμε ότι ο ¨πολιτισμός¨ καθορίζεται απ’ την πίστη, αλλά ως μη-χριστιανικός πολιτισμός (Gayropa, δηλαδή Ευρώπη των Γκέι), και ως ¨Δύση¨, η οποία πάλι θεωρείται εντελώς αντι-χριστιανικός πολιτισμός – ¨λιμπεραλιστικός-φιλελεύθερος¨).

Ο όρος ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ έχει καταστεί τελευταία αγαπημένος ¨τόπος¨ για τα μέλη του βουλγαρικού ¨εθνικού κινήματος Ρωσόφιλοι¨ και συχνά χρησιμοποιείται απ’ τον πλήρως αμόρφωτο στα θεολογικά προέδρο του κινήματος Νικολάι Μαλίνοφ. Σε μια σχετικά πρόσφατη συνέντευξη του ο ίδιος αποδίδει την έκφραση για τὸ κατέχον ή τον κατέχοντα, η οποία αναφέρεται στον ερχομό του Αντιχρίστου, στον αγ. Ιωάννη τον Θεολόγο, ενώ αυτά έχουν γραφτεί απ’ τον αγ. Απ. Παύλο (βλ. 2 Θεσ. 2:6-7). Επίσης ακόμα πιο πρόσφατα, ο όρος ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ – χρησιμοποιήθηκε απ’ τον βουλευτή της ρώσικης Δούμας Σεργκέι Γκαβρίλοφ, σε μια συνέντευξη, η οποία δημοσιοποιήθηκε στην εφημερίδα 24 Ώρες. Ο βουλευτής ανακοινώνει τα εξής: ¨Στη Δύση κατασκευάζεται μια ολοκληρωτική κοινωνία, η οποία ήδη δεν υποστηρίζει τις χριστιανικές αξίες. Εξ ανατολών επιτίθεται το ριζοσπαστικό ισλάμ και η τρομοκρατία. Οι καλές σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών μας (Βουλγαρία και Ρωσία)…μας παρέχουν ευκαιρία για τη σωτηρία του ορθόδοξου πολιτισμού¨.

Δεν θα σχολιάσω εδώ τις συγκεκριμένες δηλώσεις του βουλευτού περί ¨ολοκληρωτικής κοινωνίας¨ της Δύσεως και περί της ευκαιρίας μας, μαζί με τη Ρωσία, να σώσουμε τον ¨ορθόδοξο πολιτισμό¨. Θα επιστήσω τη προσοχή μόνο σ’ αυτό, ότι δηλαδή ο εν προκειμένω όρος ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ εισχώρησε ουσιαστικά στη ρωσική ή ρωσοφιλική θεματολογία μόλις το 2014-2015. Πριν απ’ αυτό οι πουτινικοί ιδεολόγοι και γεωπολιτικοί προτιμούσαν να δουλεύουν με έναν διαφορετικό όρο, την ¨Ευρασία¨. Δεν υπάρχει τίποτα περίεργο σ’ αυτό, διότι η ηγετική θέση του ¨ευρασιανισμού¨ στο ιδεολογικό φάσμα της Ρωσίας, του οποίου αρχηγός είναι ο Αλεξάντρ Ντούγκιν ακόμα απ’ τη δεκαετία του ’90, αναβιώνει ουσιαστικά τις ιδέες του (μεταναστευτικού) ¨ευρασιατικού¨ κύκλου, δηλαδή των Πιοτρ Σαβίτσκι, του Νικολάι Τρουμπετσκόι και του Πιοτρ Σουβτσίνσκι –δηλαδή ότι η Ρωσία δεν είναι ευρωπαϊκή χώρα, αλλά μια μοναδική πολιτισμική σύνθεση, η οποία θα πρέπει να ορίζεται ως ¨κόσμος της Ευρασίας¨.

Θα επιστήσω τη προσοχή ότι η αναβίωση των ευρασιατικών ιδεών – όχι τυχαία – ήταν πιο έντονη κατά τη πρώτη δεκαετία του αιώνα μας, όταν, σε αντίθεση με την επέκταση της ΕΕ, η οποία συνέβη με την ένταξη των πρώην κρατών-δορυφόρων της ΕΣΣΔ της ανατολικής Ευρώπης, η πουτινική διοίκηση ανέλαβε να δημιουργήσει μια εναλλακτική ένωση, η οποία έλαβε την ονομασία ¨Ευρασιατική ένωση¨. Θα μπορούσε να ειπωθεί ακόμη, ότι το πολιτικό αυτό σχέδιο της ¨ευρασιατικής ενώσεως¨ ήταν μέρος της πρώτης φάσης της εποχής του Πούτιν, χαρακτηριστικό της προσπάθειας της Ρωσίας να εκδικηθεί μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, με την ανοικοδόμηση της παλαιάς αυτοκρατορίας των τσάρων της Μόσχας και της Πετρούπολης σε αντίθεση με την ραγδαία άνοδο των τοπικών εθνικισμών στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες μετά τη πτώση του κομμουνισμού.

Όντως απ’ τις αρχές του 21ου αιώνα καθίσταται οδυνηρά φανερό, ότι η Ρωσία δεν θα γίνει δεκτή σ’ ένα ¨κοινό ευρωπαϊκό σπίτι¨ (κάτι, το οποίο λαχταρούσαν και ο Γκορμπατσόφ και ο Γιέλτσιν), ούτε θα μπορέσει θα ν’ αποτρέψει τη διεύρυνση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην Ανατολή, ούτε έχει οιοσδήποτε τη πρόθεση να συμμορφωθεί στο μέλλον με τις θρασείς απαιτήσεις της για τη διατήρηση του μονοπωλίου επί των χωρών της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης, οι οποίες είχαν υποδουλωθεί απ’ το Στάλιν. Σ’ αυτήν ακριβώς την οδυνηρή αντίδραση της Ρωσίας οφείλεται ο νέος ¨ευρασιανισμός¨. Εφόσον δεν θα μας επιτραπεί να εισχωρήσουμε στην ¨Ευρώπη¨,  εφόσον δεν θα μας αναγνωρίζουν πια τις ¨ζώνες της επιρροής μας¨ και δεν θα έχουμε προνομιακή μεταχείριση ακόμα και στις επικράτειες του πρώην συμφώνου της Βαρσοβίας, θα ασχοληθούμε λοιπόν ξανά με τη παγίωση, αυτού που χάσαμε ως ΕΣΣΔ, και κανείς δεν πρέπει να τολμήσει να παρέμβει σ’ αυτόν, τον αναμφίβολα ¨δικό μας¨ χώρο. Το έναυσμα για να φανερωθεί η αποφασιστικότητα του Πούτιν ως προς την υπεράσπιση της πολιτικής του θέσης δόθηκε με την εισβολή στη Γεωργία το 2008 και την εναντίωση του προς τη ¨πορτοκαλί επανάσταση¨ στην Ουκρανία (συμπεριλαμβανομένου και της προσπάθειας να δηλητηριαστεί ο ηγέτης της επανάστασης Β. Γιούστσενκο) και η άνευ προηγουμένου βία για τη συντριβή του Τσετσενικού κινήματος αυτονομίας.

Ο τελικός στόχος αυτής της πρώτης φάσης της ¨εποχής του Πούτιν¨ ήταν η δημιουργία – εντός ενός μετασοβιετικού χώρου – της Ευρασιατικής ένωσης, η οποία θα κυριαρχείται φυσικά απ’ τη Ρωσία. Παρόλα αυτά για να δημιουργηθεί αυτή η ένωση και επειδή η μετακομμουνιστική Ρωσία δεν είχε πλέον τα μέσα να καταστεί το απόλυτο αυτοκρατορικό κέντρο της ¨Ευρασίας¨,  η αμφισβητούμενη ¨ένωση¨ θα έπρεπε να δημιουργηθεί έχοντας ως πυρήνα τις σλαβικές χώρες – δηλαδή τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία. Καθίσταται σαφές ότι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της αιτιολόγησης αυτού του ¨πυρήνα¨, η ευρασιατική ιδεολογία βιώνει το αποκορύφωμά της. Το 2011, για παράδειγμα, ο Αλεξάντρ Ντούγκιν υπερασπιζόταν των θέσεων ότι η Ρωσία δεν είναι ¨ένα συνηθισμένο εθνικό κράτος¨ αλλά ένα ¨κράτος-κόσμος¨, στον οποίο πολλές εθνότητες και κουλτούρες σχηματίζουν ένα ¨πολυσχιδές ύφασμα, κάθε στοιχείο του οποίου – σλαβικό, τουρκικό, μογγολικό, παλαιοασιατικό αλληλεπιδρά  με τ’ άλλα και συγκροτεί τη Ρωσία-Ευρασία¨. Γενικά, η Ρωσία-Ευρασία σύμφωνα με τον Ντούγκιν είναι ¨μια ανεξάρτητη και ξεχωριστή ιστορική πραγματικότητα, η οποία αποτελείται από τον σλαβικό πολιτισμό, τον τουρκικό νομαδισμό και την ορθόδοξη παράδοση¨[1]

Αξίζει να τονιστεί ότι κατά τη διάρκεια της ¨νέο-ευρασιατικής΄ περιόδου της ρωσικής πολιτικής ο ρόλος της Ορθοδοξίας δεν είναι ούτε αποκλειστικός, ούτε κυρίαρχος. Αντιθέτως, στην ¨ανεξάρτητη πνευματικό-ιστορική πραγματικότητα¨ η Ρωσία-Ευρασία εξισώνει τα στοιχεία της τουρκικής και μογγολικής (ταταρικής) παράδοσης μαζί με την ορθόδοξη παράδοση, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα στοιχείο της νέο-ευρασιατικής θεωρίας μαζί με τον νομαδισμό της στέπας.

Η απομάκρυνση απ’ τη ρητορική περί Ευρασίας συνέβη (και για τους πιο παρατηρητικούς αυτό είναι προφανές) με τη δεύτερη ουκρανική επανάσταση της Πλατείας της Ανεξαρτησίας – δηλαδή με τη τελική απώλεια της Ουκρανίας απ’ τον ¨ευρασιατικό πυρήνα¨ και όταν κατέστη φανερό, ότι η σχεδιασμένη Ευρασιατική Ένωση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα σχέδιο απελπισίας – αποτυχημένο σχέδιο απ’ την αρχή ανεξάρτητα απ’ την  εγκατάλειψη της Ουκρανίας, διότι δεν προϋπήρχαν οι προϋποθέσεις να αποτελέσει εναλλακτική λύση συγκρίσιμη με την ΕΕ.

Μετά την επανάσταση της Πλατείας της Ανεξαρτησίας κατέστη φανερό στη πουτινική διοίκηση, ότι η Ρωσία δεν βρίσκεται σε θέση να επικρατήσει ακόμη και επί των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, με τον τρόπο του 1917 έως το 1989. Γι’ αυτό γύρω στο 2012-2013 άρχισε ένας αναπροσανατολισμός της ρωσικής αυτοκρατορικής πολιτικής, ο οποίος παραδόξως –οδήγησε στο ναυάγιο του σχεδίου ¨Ευρασία¨ – και κατέστη πιο επιθετική έναντι της Ευρώπης. Κατά αυτή την έννοια, η θέση περί ¨ανεξάρτητης πνευματικής και ιστορικής πραγματικότητας του χώρου της Ευρασίας¨,  δηλαδή ο Ευρασιατικός πολιτισμός ως αντίθεση του Ευρωπαϊκού έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Καταρχάς αυτό το σχέδιο είχε ως κατεύθυνση την ανατολή (απ’ τη πλευρά της Ρωσίας) και δεν μπορούσε να έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε περιοχή της επιτιθέμενης Ευρώπης. Καμία χώρα πρώην δορυφόρος της ΕΣΣΔ της ανατολικής Ευρώπης δεν θα δεχόταν να καταστεί μέλος σε μια ευρασιατική ένωση και όχι σε μια ευρωπαϊκή ένωση εθνών.

Σε ποιες χώρες και με τι νέο γεωπολιτικό κατασκεύασμα θα μπορούσε να ¨δουλέψει η Ρωσία του Πούτιν μετά τη κατάρρευση του σχεδίου της ευρασιατικής ένωσης ; Στο παραδοσιακό οπλισμό της ρωσικής αυτοκρατορικής πολιτικής, το όπλο της σλαβοφιλίας ήταν εντελώς άχρηστο – μετά τα τραύματα της σοβιετικής κατοχής κανένα σλαβικό κράτος της κεντρικής Ευρώπης δεν θα δεχόταν να ταξινομηθεί επί τη βάσει της σλαβικής φυλετικής κοινότητος, της οποίας κέντρο θα ήταν ο πρώην κατακτητής. Ούτε η Πολωνία, ούτε η Τσεχία, ούτε η Σλοβακία θα μπορούσαν να ¨συρθούν¨ στη συγκρότηση ενός ¨σλαβικού πολιτισμού¨ με τη Ρωσία.

Κατ’ αυτό τον τρόπο αναδύεται ο όρος, ¨ορθόδοξος πολιτισμός¨ (χαρακτηριστικό είναι ότι σταδιακά άρχισε να χρησιμεύει και στους ηγέτες του μέχρι πρότινος ¨νέο-ευρασιανισμού¨ όπως στον Αλεξάντρ Ντούγκιν). Θα έλεγα λοιπόν, ότι το δημιούργημα ή αλλιώς το γεωπολιτικό στάδιο, το οποίο έως τώρα βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο, του ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ είναι στο κέντρο της δεύτερης φάσης της εποχής του Πούτιν – πρόκειται για τη στροφή του μετασοβιετικού χώρου (του ευρασιατικού κόσμου) στο χώρο της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης – δηλαδή πρόκειται για μια πιο επιθετική πολιτική σε σύγκριση με τη πρώτη φάση της νέο-ιμπεριαλιστικής πολιτικής της Ρωσίας. Τουτέστιν: δεν μπορέσαμε να ενσωματώσουμε εκ νέου τις χώρες που ανήκαν στη ρωσική και στη μέχρι πρότινος σοβιετική αυτοκρατορία σε μια περιφραγμένη απ’ την Ευρώπη και υπό τη μονοπωλιακή μας κυριαρχία Ευρασία, γι’ αυτό θα προσπαθήσουμε πάλι να αποκόψουμε απ’ την Ευρώπη μια περιοχή, η οποία διαφοροποιείται απ’ τις άλλες ως προς τη θρησκευτική πίστη, αλλά μέσω αυτής είναι ομοιογενής μαζί μας – αυτός είναι ουσιαστικά ο τρόπος λειτουργίας της νέας πολιτικής.

Λεπτομερέστερη κριτική επί αυτής της πολιτικής θέσεως θα προσπαθήσω να κάνω αργότερα. Τώρα θα ήθελα να σημειώσω μόνο, την ειρωνεία της καταστάσεως, η οποία έγκειται στο γεγονός ότι η πολιτική αυτή είναι πράγματι προϊόν ενός αμφιλεγόμενου και στη Ρωσία αμερικανού πολιτικού επιστήμονα – συγγραφέα του έργου ¨Η Σύγκρουση των Πολιτισμών¨,  Σάμιουελ Π. Χάντινγκτον.

Θα ήθελα να υπενθυμίσω, ότι στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, όταν στην Ευρώπη εξακολουθούν να διεξάγονται συζητήσεις σχετικά με τη κλίμακα διεύρυνσης της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην ανατολή (και όταν στη Ρωσία οι αρχές υποστήριζαν ότι θέλουν να γίνουν αποδεκτοί ως ισότιμοι εταίροι της ¨κοινής ευρωπαϊκής στέγης o Χάντιγκτον προβλέποντας, ότι ο 21ος αιώνας, θα καταστεί ο αιώνας της ¨συγκρούσεως των πολιτισμών¨, οι οποίοι θα έχουν απελευθερωθεί απ’ τις μέχρι πρότινος μεγάλες ενώσεις, δημιούργησε πονοκέφαλο στις κυβερνήσεις των ανατολικο-ευρωπαϊκών κρατών καθώς διαχώρισε απ’ τον ¨ευρωπαϊκό πολιτισμό¨ έναν δογματικά ορισμένο – ¨ορθόδοξο πολιτισμό¨, ο οποίος, σύμφωνα με τον Χάντινγκτον, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ανήκει στην Ευρώπη.

Το χειρότερο ήταν, ότι ο σημαίνων συγγραφέας συσχέτιζε το ορισμό των ¨πολιτισμών¨ του με τη τρέχουσα πολιτική συζήτηση περί της διευρύνσεως της ΕΕ και με δεδομένες τις προβλέψεις του περί ¨συγκρούσεως¨ συνιστούσε σχεδόν ρητά για τις χώρες, τις μη-ανήκουσες σύμφωνα με αυτόν στον ¨ευρωπαϊκό πολιτισμό¨ να μην γίνουν δεκτές στις ευρώ-ατλαντικές δομές (προκειμένου να μην δημιουργήσουν στο μέλλον προβλήματα σ’ αυτές τις δομές¨). Επιτρέψτε μου να παραθέσω απ’ το έργο του: ¨Τι είναι η Ευρώπη ; – ρωτά ο Χάντινγκτον στο βιβλίο του και απαντά – Τα σύνορα της Ευρώπης στο βορρά, τη δύση και το νότο ορίζονται από σημαντικές υδάτινες εκτάσεις, οι οποίες στο νότο συμπίπτουν με σαφή όρια πολιτιστικής διαφοροποίησης. Όμως, που βρίσκονται τα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης ; Ποιος θα πρέπει να θεωρείται Ευρωπαίος και επομένως πιθανό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ και ανάλογων οργανισμών ; Την πιο επιβεβλημένη και πιο διεισδυτική απάντηση στα προηγούμενα ερωτήματα δίνει η μεγάλη ιστορική διαχωριστική γραμμή που υπήρξε για αιώνες, αυτή που χωρίζει τους χριστιανικούς λαούς της Δύσης από τους μουσουλμανικούς και ορθόδοξους λαούς. Αυτός ο διαχωρισμός ξεκίνησε με τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 4ο αιώνα…αυτή η γραμμή έμεινε στην τωρινή της θέση για πεντακόσια περίπου χρόνια. Ξεκινώντας από το βορρά ακολουθεί αυτά που σήμερα αποτελούν τα σύνορα μεταξύ Φιλανδίας και Ρωσίας και μεταξύ των Βαλτικών χωρών (Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας) και της Ρωσίας, περνάει μέσα από την Ουκρανία διαχωρίζοντας την ουνιτική δύση από την ορθόδοξη ανατολή, συνεχίζει την πορεία της μέσα από τη Ρουμανία χωρίζοντας την Τρανσυλβανία με τον ουγγρικής καταγωγής ρωμαιοκαθολικό πληθυσμό της από την υπόλοιπη χώρα, συνεχίζει μέσα από την πρώην Γιουγκοσλαβία, διαχωρίζοντας τη Σλοβενία από την Κροατία και από τις άλλες δημοκρατίες. Στα Βαλκάνια, φυσικά, αυτή η γραμμή συμπίπτει με την ιστορική διαίρεση μεταξύ της Αυστροουγγρικής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή η γραμμή αντιπροσωπεύει τα πολιτιστικά σύνορα της Ευρώπης…που τελειώνει η Ευρώπη ; Η Ευρώπη τελειώνει εκεί που τελειώνει η δυτική χριστιανοσύνη και εκεί που αρχίζει το Ισλάμ και η Ορθοδοξία. Αυτή είναι η απάντηση που θέλουν να ακούσουν οι δυτικοευρωπαίοι και που υποστηρίζουν χαμηλόφωνα, αυτή που έχουν άμεσα επιδοκιμάσει διάφοροι διανοούμενοι και πολιτικοί ηγέτες[2] Ο συλλογισμός του Χάντινγκτον ολοκληρώνεται με τον ακόλουθο κατηγορηματικό τρόπο: Η ταύτιση της Ευρώπης με τη δυτική χριστιανοσύνη προσφέρει ένα σαφές κριτήριο για την είσοδο νέων μελών στους δυτικούς οργανισμούς.¨[3][

Πράγματι σήμερα πρέπει να ευχαριστήσουμε θερμά το Θεό, επειδή οι δυτικοί ¨διανοούμενοι και πολιτικοί ηγέτες¨ τελικά δεν δέχθηκαν ρητά, ότι η Ευρώπη ¨τελειώνει εκεί που τελειώνει η δυτική χριστιανοσύνη¨ και δεν αποδέχθηκαν ως ¨σαφές κριτήριο¨ για την αποδοχή νέων μελών σε δυτικούς οργανισμούς τα κριτήρια του Χάντινγκτον. Το διασκεδαστικό σ’ αυτή την ιστορία είναι ότι το αμφιλεγόμενο κριτήριο τότε δεν το δέχτηκαν και στη Ρωσία, όταν ένοιωσαν σχεδόν προσβεβλημένοι, ότι η δική τους μεγάλη χώρα βρίσκεται εκτός της Ευρώπης (η ¨ανεξάρτητη πνευματική-ιστορική πραγματικότητα Ευρασία¨ ήταν ένα σύνολο μικρών ομάδων, οι οποίες είχαν αποσχιστεί από τη κίνηση της ¨Πάμιατ¨ απ’ την οποία προέρχεται και ο ιδεολόγος του ευρασιανισμού Ντούγκιν)[4]. Φυσικά οι ¨ρωσόφιλοι¨ μας δεν θα υποστήριζαν ποτέ ότι ανήκουμε σ’ έναν πολιτισμό ¨εκτός Ευρώπης. Με λίγα λόγια: η πεποίθηση στην ύπαρξη ενός διαφορετικού απ’ τον ευρωπαϊκό – ενός μη-ευρωπαϊκού ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ αναδύεται στα μυαλά των Ρώσων ειδικών της γεωστρατηγικής και των πολιτικών (και στους εξαρτημένους απ’ αυτούς ¨ρωσόφιλους¨ στα κράτη αυτού του ¨πολιτισμού¨) με καθυστέρηση περίπου δεκαοκτώ-δεκαεννέα ετών, όταν, δυστυχώς γι’ αυτούς τους κύκλους, δύο μέλη ανήκοντα στον ¨ορθόδοξο πολιτισμό¨ οι χώρες Ρουμανία και Βουλγαρία είχαν ήδη γίνει μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, ενώ το 2017 ακόμη μια ορθόδοξη χώρα έγινε μέλος του ΝΑΤΟ (Μαυροβούνιο) ενώ η ένταξη της ΠΓΔΜ είναι και αυτή πολύ κοντά.

Το πραγματικό πρόβλημα όμως δεν είναι η καθυστερημένη ¨συνειδητοποίηση¨ της κατασκευής του ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ απ’ τη πλευρά της Ρωσίας – έχουμε ήδη εξηγήσει ακριβώς γιατί αυτή η ιδέα αντικατέστησε το ευρασιατικό αφήγημα μόλις μετά το 2012. Το πραγματικό ερώτημα σήμερα είναι: δικαιολογείται ο Χάντινγκτον να διαχωρίζει απ’ την Ευρώπη (και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό) τα ορθόδοξα κράτη των Βαλκανίων και να τα ενσωματώνει στη Ρωσία και κατά πόσον δικαιολογείται η Ρωσία (αν και με καθυστέρηση)  να επιτίθεται ακριβώς σ’ αυτή τη περιοχή της ΕΕ, θεωρώντας την αποξενωμένη απ’ την Ευρώπη, στην οποία οικοδομείται μια ¨ολοκληρωτική κοινωνία¨ ενώ ήδη δεν ¨υποστηρίζονται οι χριστιανικές αξίες¨ (σύμφωνα με τον βουλευτή της Δούμας Σεργκέι Γκαβρίλοφ).

Οι περισσότεροι θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι είμαι ορθόδοξος χριστιανός. Πως θα μπορούσα να είμαι εναντίον της θέσης ενός ¨ορθόδοξου πολιτισμού¨ ; Είναι μόνο επειδή, ας εκφραστώ πολύ προσεκτικά, δεν είμαι θερμός ρωσόφιλος ;

Θα προσπαθήσω να απαντήσω στο επόμενο κείμενο:

[1] Βλ. Αλεξάντρ Ντούγκιν, Γεωπολιτική, σ. 167.

[2] Σάμιουελ Π. Χάντινγκτον, Η Σύγκρουση των Πολιτισμών και ο Ανασχηματισμός της Παγκόσμιας Τάξης, μτφρ. Σήλια Ριζοθανάση, (Αθήνα: Terzo Books), σ. 178-180.

[3] Ibid., σ. 181

[4] Η Πάμιατ, πρόκειται για μια αντισημιτική και σωβινιστική οργάνωση, η οποία δρα στη Ρωσία απ’ το 1980. Έως το 1989 η οργάνωση αυτή προπαγάνδιζε ιδέες, οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν εθνομπολσεβικιστικές. Αργότερα όμως έλαβε περισσότερο ορθόδοξο χαρακτήρα, υπέρ της τσαρικής μοναρχίας. Βλ. William Korey, Russian Antisemitism, Pamyat, and the Demonology of Zionism, (Chur: Harwood Academic Publishers, 1995).

 

Ο καθηγητής Καλίν Γιανάκιεφ διδάσκει στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Σόφιας ¨Αγ. Κλήμης της Αχρίδος¨, είναι μέλος της διεθνής κοινότητας μελετών της μεσαιωνικής φιλοσοφίας (S.I.E.P.M). Συγγραφέας των βιβλίων: ¨Αρχαιοελληνικός πολιτισμός – ζητήματα φιλοσοφίας και μυθολογίας¨ · ¨Θρησκευτικοί και φιλοσοφικοί στοχασμοί¨ · ¨Φιλοσοφικές εμπειρίες επί της μοναχικότητος και της ελπίδος¨ · ¨Δίπτυχα των εικόνων. Δοκίμιο περί της θεολογίας της θεωρίας¨ · ¨Ο Θεός της εμπειρίας και ο Θεός της φιλοσοφίας. Στοχασμοί περί θεογνωσίας¨ · ¨Τρεις υπαρξιακές φιλοσοφικές μελέτες. Το κακό. Το πάθος. Η ανάσταση.¨ · ¨Ο Κόσμος του Μεσαίωνα¨· “Res Vitae. Res Publicae. Φιλοσοφικές και πολιτικοφιλοσοφικές μελέτες με χριστιανική προοπτική¨ · ¨Ευρώπη-Μνήμη-Εκκλησία. Ιστορικοπολιτικές και πνευματικές σημειώσεις¨ (κείμενα εκδιδόμενα στην ιστοσελίδα Κουλτούρα). Το 2016 εκδόθηκε τόμος ιωβηλαίου με μελέτες προς τιμήν του καθηγητού Καλίν Γιανάκιεφ – “Christianitas, Historia, Metaphysica”. Το τελευταίο του βιβλίο φέρει τον τίτλο ¨Η Θυσία του Χριστού, Ευχαριστία και Εκκλησία. Μελέτες επί βιβλικών θεμάτων¨ (Communitas, 2017).

Τι είναι η Εκκλησία ; (2)

Στο προηγούμενο κείμενο διευκρινίσαμε ότι η θεμελιώδης σημασία της έννοιας ¨Λαός του Θεού¨ ταυτίζεται με την έννοια της Εκκλησίας – πρόκειται δηλαδή για τον λαό, ο οποίος καλείται, συγκαλείται και συνάζεται απ’ τον Θεό σχηματίζοντας μια νέα κοινωνία – όπως ακριβώς και στην παλαιοδιαθηκική εποχή (όταν ο Ισραήλ ήταν ο λαός του Θεού στην ολότητα του) · το ίδιο συμβαίνει και στην καινοδιαθηκική εποχή, κατά την οποία αυτή η κοινωνία, η σύναξη, συγκαλείται, συνάζεται και αναδεικνύεται απ’ τα λεγόμενα ¨έθνη¨, τα οποία τελικά σχηματίζουν το νέο έθνος, το νέο λαό του Μεσσία, του Χριστού. Μολαταύτα υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ του παλαιοδιαθηκικού και του καινοδιαθηκικού λαού, η οποία έγκειται στο λόγο για τον οποίο συγκαλούνται αυτές οι δύο κοινωνίες. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία του Χριστού – ο καινοδιαθηκικός λαός του Θεού καλείται, συγκαλείται, συνάζεται για κάτι άλλο, σπουδαιότερο, υψηλότερο σε σύγκριση με τον ¨πρώτο Ισραήλ¨, για κάτι, το οποίο μπορεί να χαρακτηρισθεί ουσιωδώς διαφορετικό και οριστικό. Όπως αναφέραμε και στο προηγούμενο κείμενο, ο καινοδιαθηκικός λαός, ο μεσσιανικός ¨Ισραήλ¨ καλείται και συνάζεται για την εορτή στη Τράπεζα της Βασιλείας του Θεού, σ’ αυτή την εορτή βρίσκεται ο συνεχώς διαμοιραζόμενος και θυσιαζόμενος Αμνός, ο Οποίος, ομοούσιος του Πατρός, ο Υιός του Πατρός, καθιστά και τους συναθροιζομένους στο όνομα Του, να συνάγονται  και στον Θεό Πατέρα – συγκροτώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την Εκκλησία του Θεού , συμφώνως με την έκφραση του Απ. Παύλο ¨ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ¨.

Ωστόσο ακριβώς εδώ πρέπει να σημειώσουμε σύμφωνα με τα παραπάνω, ότι στο κείμενο της Π. Διαθήκης η λέξη εκκλησία χρησιμοποιείται με μια ειδικότερη, στενότερη έννοια, η οποία αναφέρεται στην συναγωγή της εορτής του Πάσχα του Ισραήλ.

Η εορτή αυτής της συναγωγής του Πάσχα προστάζεται απ’ τον Θεό στο 12 κεφάλαιο της Εξόδου, όπου ο Θεός διά του Μωυσή και του Ααρών διατάζει το έθνος Του: ¨Εἶπεν δὲ κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ ααρων ἐν γῇ Αἰγύπτου λέγων Ὀ μην οὖτος ὑμῖν ἀρχῆ μηνῶν, πρῶτός ἐστιν ὑμῖν ἐν τοῖς μησὶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Λάλησον πρὸς πᾶσαν συναγωγὴν ὑιῶν Ισραηλ λέγων Τῇ δεκάτῃ τοῦ μηνὸς τούτο λαβέτωσαν ἕκαστος πρόβατον κατ’ οἴκους πατριῶν, ἕκαστος πρόβατον κατ’ οἰκίαν. ἐὰν δὲ ὀλιγοστοὶ ὦσιν οἱ ἐν τῇ οἰκίᾳ ὥστε μὴ ἱκανοὺς εἶναι εἰς πρόβατον, συλλήμψεται μεθ᾽ ἑαυτοῦ τὸν γείτονα τὸν πλησίον αὐτοῦ κατὰ ἀριθμὸν ψυχῶν· ἕκαστος τὸ ἀρκοῦν αὐτῷ συναριθμήσεται εἰς πρόβατον. πρόβατον τέλειον ἄρσεν ἐνιαύσιον ἔσται ὑμῖν· ἀπὸ τῶν ἀρνῶν καὶ τῶν ἐρίφων λήμψεσθε. καὶ ἔσται ὑμῖν διατετηρημένον ἕως τῆς τεσσαρεσκαιδεκάτης τοῦ μηνὸς τούτου, καὶ σφάξουσιν αὐτὸ πᾶν τὸ πλῆθος συναγωγῆς υἱῶν Ισραηλ πρὸς ἑσπέραν. καὶ λήμψονται ἀπὸ τοῦ αἵματος καὶ θήσουσιν ἐπὶ τῶν δύο σταθμῶν καὶ ἐπὶ τὴν φλιὰν ἐν τοῖς οἴκοις, ἐν οἷς ἐὰν φάγωσιν αὐτὰ ἐν αὐτοῖς.  καὶ φάγονται τὰ κρέα τῇ νυκτὶ ταύτῃ· ὀπτὰ πυρὶ καὶ ἄζυμα ἐπὶ πικρίδων ἔδονται. οὐκ ἔδεσθε ἀπ᾽ αὐτῶν ὠμὸν οὐδὲ ἡψημένον ἐν ὕδατι, ἀλλ᾽ ἢ ὀπτὰ πυρί, κεφαλὴν σὺν τοῖς ποσὶν καὶ τοῖς ἐνδοσθίοις. οὐκ ἀπολείψετε ἀπ᾽ αὐτοῦ ἕως πρωὶ καὶ ὀστοῦν οὐ συντρίψετε ἀπ᾽ αὐτοῦ· τὰ δὲ καταλειπόμενα ἀπ᾽ αὐτοῦ ἕως πρωὶ ἐν πυρὶ κατακαύσετε. οὕτως δὲ φάγεσθε αὐτό· αἱ ὀσφύες ὑμῶν περιεζωσμέναι, καὶ τὰ ὑποδήματα ἐν τοῖς ποσὶν ὑμῶν, καὶ αἱ βακτηρίαι ἐν ταῖς χερσὶν ὑμῶν· καὶ ἔδεσθε αὐτὸ μετὰ σπουδῆς· πασχα ἐστὶν κυρίῳ. καὶ διελεύσομαι ἐν γῇ Αἰγύπτῳ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ καὶ πατάξω πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτῳ ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους καὶ ἐν πᾶσι τοῖς θεοῖς τῶν Αἰγυπτίων ποιήσω τὴν ἐκδίκησιν· ἐγὼ κύριος. καὶ ἔσται τὸ αἷμα ὑμῖν ἐν σημείῳ ἐπὶ τῶν οἰκιῶν, ἐν αἷς ὑμεῖς ἐστε ἐκεῖ, καὶ ὄψομαι τὸ αἷμα καὶ σκεπάσω ὑμᾶς, καὶ οὐκ ἔσται ἐν ὑμῖν πληγὴ τοῦ ἐκτριβῆναι, ὅταν παίω ἐν γῇ Αἰγύπτῳ. καὶ ἔσται ἡ ἡμέρα ὑμῖν αὕτη μνημόσυνον, καὶ ἑορτάσετε αὐτὴν ἑορτὴν κυρίῳ εἰς πάσας τὰς γενεὰς ὑμῶν· νόμιμον αἰώνιον ἑορτάσετε αὐτήν. ἑπτὰ ἡμέρας ἄζυμα ἔδεσθε, ἀπὸ δὲ τῆς ἡμέρας τῆς πρώτης ἀφανιεῖτε ζύμην ἐκ τῶν οἰκιῶν ὑμῶν· πᾶς, ὃς ἂν φάγῃ ζύμην, ἐξολεθρευθήσεται ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἐξ Ισραηλ ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς πρώτης ἕως τῆς ἡμέρας τῆς ἑβδόμης. καὶ ἡ ἡμέρα ἡ πρώτη κληθήσεται ἁγία, καὶ ἡ ἡμέρα ἡ ἑβδόμη κλητὴ ἁγία ἔσται ὑμῖν· πᾶν ἔργον λατρευτὸν οὐ ποιήσετε ἐν αὐταῖς, πλὴν ὅσα ποιηθήσεται πάσῃ ψυχῇ, τοῦτο μόνον ποιηθήσεται ὑμῖν. (Εξ. 3-17).

Όπως μπορεί να φανεί απ’ το παραπάνω κείμενο, η πασχαλινή συναγωγή προστάζεται απ’ τον Θεό στον Ισραήλ και αντιπροσωπεύει τη κλήση του Θεού, σε μια συγκεκριμένη μέρα του Χρόνου, προς το γεύμα της θυσίας, η οποία προσφέρεται στον Θεό στη μνήμη της εξόδου του Ισραήλ απ’ την Αίγυπτο. Αυτή η πασχαλινή συναγωγή, όπως φαίνεται, είναι μια εκκλησία, επειδή συγκαλείται σύμφωνα με τη προσταγή του Θεού και επειδή ενέχει την ειδική έννοια της λέξης αυτής, δηλαδή την έννοια της εορταστικής σύναξης του έθνους-εκκλησία, το οποίο τιμά κατ’ αυτό τον τρόπο την έναρξη της συγκρότησης του.

Όπως προκύπτει λοιπόν από τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε ότι ο Χριστός (και διά Αυτού ο Θεός Πατήρ) συναθροίζει τη σύναξη του Μυστικού δείπνου στο εντευκτήριο της Σιών την ημέρα του Πάσχα, διότι και η καινοδιαθηκική εκκλησία είναι μια πασχαλινή σύναξη – μια πασχαλινή σύναξη ενός ήδη νέου Ισραήλ. Αυτή η σύναξη συγκαλείται απ’ τον Θεό διά του Ιησού στο εντευκτήριο της Σιών, την ίδια μέρα που πρόσταξε το Ισραήλ στην Έξοδο στο 12 κεφάλαιο, αλλά αυτή η νέα σύναξη συγκαλείται για διαφορετικό λόγο: πρόκειται για τη σύναξη της μεγαλειώδους και οριστικής ¨εξάγουσας¨ εσχατολογικής Θυσίας, η οποία προσφέρεται στον Θεό απ’ τον ίδιο του τον Υιό.

Επομένως η Εκκλησία, η σύναξη της Καινής Διαθήκης πρόκειται πάλι για τη σύναξη του Πάσχα, αλλά ενός νέου Πάσχα – του Πάσχα, που πραγματοποιείται απ’ τη Θυσία του αληθινού πασχαλινού Αμνού «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἀμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Κατά Ιωάννην 1:29).

Συνεπώς εφόσον η Θυσία του Αμνού είναι οριστική και οδηγεί το μεσσιανικό Ισραήλ στην γη της επαγγελίας, στη γη της Βασιλείας, με τον ίδιο τρόπο ο καινοδιαθηκικός λαός του Θεού καλείται να έχει την δική του ¨κλητὴ ἀγία¨ – σύναξη είς μνήμη αυτής της Θυσίας, όχι όμως μια φορά το χρόνο όπως στη Π. Διαθήκη αλλά μια σύναξη, η οποία βιώνεται αδιάλειπτα και μας προσάγει στο έσχατο Πάσχα. Αξίζει να τονιστεί ότι ο καινοδιαθηκικός Λαός του Θεού, δεν εισάγεται σε μια καθορισμένη γη σ’ ¨αυτόν τον κόσμο¨ όπως ο λαός της Π. Διαθήκης, στην οποία εκτός απ’ τη καθημερινότητα πρέπει να έχει και μια γιορτή, η οποία έχει προσταχθεί απ’ τον Θεό. Ο καινοδιαθηκικός λαός του Θεού εισάγεται στην εσχατολογική ¨γη¨ στη Βασιλεία του Θεού διά του Σώματος και του Αίματος του Αμνού –Χριστού και συνεπώς βιώνει αδιάλειπτα αυτή την εορτή, η οποία τον εισάγει στη τράπεζα της Βασιλείας. Γι’ αυτόν τον λόγο επίσης δεν καλείται ¨μια φορά τον χρόνο¨ στη πασχαλινή σύναξη (εκκλησία) , όπως συνέβαινε με την συναγωγή της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτός ο λαός από μόνος του βρίσκεται διαρκώς στη κατάσταση της πασχαλινής συναγωγής, πρόκειται για μια πασχάλια εκκλησία.

Με άλλα λόγια, διά της σύναψης της Καινής Διαθήκης, η θεμελιώδης και ειδική (πασχάλια) έννοια της εκκλησίας συμπίπτουν.

Γι’ αυτό και τα λόγια του Χριστού στον Μυστικό Δείπνο: τοῦτο ποιεῖτε εἴς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν (Κατά Λουκάν 22:19), αν και αναλογούν στα προστακτικά λόγια του Θεού για τη πασχάλια συναγωγή του Ισραήλ στη Παλαιά Δια θήκη, δεν εννοούν απλά τη πραγματοποίηση μιας γιορτής, η οποία θα πρέπει να συμβαίνει μια φορά το χρόνο ή μια καθορισμένη στιγμή, αλλά σημαίνει τη πραγμάτωση ενός νέου τρόπο ύπαρξης, είναι δηλαδή σαν να λέει στους μαθητές: ας ζείτε από δω και πέρα κατ’ αυτόν τον τρόπο (ως εκκλησία). Να μην έχετε μια φορά το χρόνο (ή το μήνα, ή την εβδομάδα) τη πασχάλια εκκλησία, αλλά να γίνετε πασχάλια εκκλησία, γιατί σε αυτή τη σύναξη έχετε κληθεί, έχετε συναχθεί ως νέος και εσχατολογικός Ισραήλ.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο καθίσταται φανερό ότι η καινοδιαθηκική σύναξη, η καινοδιαθηκική εκκλησία, η Εκκλησία γενικά, στερεώνεται ουσιαστικά στο Μυστικό Δείπνο, στο οποίο έχει εδραιωθεί, στο οποίο και για το οποίο έχει κληθεί. Είναι γεγονός ότι αυτός ο Μυστικός Δείπνος, πρόκειται για το νέο πασχάλιο δείπνο, στο οποίο συνάγεται, στο πρόσωπο των δώδεκα προπατόρων – αποστόλων, ο νέος και κληθείς απ’ τα έθνη λαός του Θεού – ο λαός των εσχατολογικών χρόνων.

Άρα η Εκκλησία σύμφωνα με τη καινοδιαθηκική έννοιας της λέξης είναι στην ουσία της συνδεδεμένη με την εσχατολογική εορτή του Πάσχα – με το δείπνο του Κυρίου, με την Ευχαριστία. Η Ευχαριστία είναι ακριβώς Αυτό για το οποίο κλήθηκε η εκκλησία του Χριστού, είναι Αυτό, για το οποίο υπάρχει αυτή η σύναξη.

Ακριβώς γι’ αυτό και στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (ιδιαίτερα σε αυτά τα κείμενα, στα οποία περιέχονται συμβουλές και προειδοποιήσεις στους Χριστιανούς, που συγκροτούν την Εκκλησία, δηλαδή στα κείμενα των αποστολικών επιστολών) το Κυριακό Δείπνο συχνά χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της λέξης Εκκλησία.

Η Εκκλησία – είναι η κοινωνία του Κυριακού Δείπνου και το Κυριακό Δείπνο – είναι η Εκκλησία. Αυτό φανερώνεται με ιδιαίτερη σαφήνεια στη Πρώτη επιστολή του Απ. Παύλου προς τους Χριστιανούς της Κορίνθου, στην οποία η λέξη εκκλησία και δείπνο αντικαθιστούν η μία την άλλη. Γράφει ο απόστολος με ανησυχία: «πρῶτον μὲν γὰρ συνερχομένων ὑμῶν ἐν ἐκκλησίᾳ ἀκούω σχίσματα ἐν ὑμῖν ὑπάρχειν καὶ μέρος τι πιστεύω.» (Προς Κορινθίους 11:18). Και μετά από λίγο στο ίδιο κεφάλαιο τους συμβουλέυει: «Ὥστε, ἀδελφοὶ μου, συνερχόμενοι εἰς τὸ φαγεῖν ἀλλήλους ἐκδέχεσθε» (Προς Κορινθίους 11:33).

Ας σημειωθεί ακόμη ότι, εφόσον η εκκλησία και στη Παλαιά και στη Καινή Διαθήκη είναι η ¨σύναξη¨, την οποία ο Θεός κάλεσε, την οποία αυτός πρόσταξε, η σύναξη αυτή είναι από μόνη της η εκτέλεση αυτής της κλήσης – η λατρεία σύμφωνα με τη προσταγή του Θεού. Εφόσον ισχύει αυτό, η θεμελιώδης λειτουργία της Εκκλησίας είναι η σύναξη της ως Εκκλησία, η σύναξη ἐπὶ τὸ αὐτὸ. Διότι αυτό πρόσταξε και ο Θεός (την πρώτη ημέρα και την έβδομη πρέπει να γίνεται ιερή σύναξη, όπως γράφει στο 12 κεφάλαιο στην Έξοδο και όπως λέει και στο Κατά Λουκάν «αυτό που κάνω τώρα, να το κάνετε στην ανάμνηση μου».) Συγκεκριμένα το ουσιαστικό νόημα είναι ότι η Εκκλησία και η λειτουργία της Εκκλησίας συμπίπτουν. Η Εκκλησία καθεαυτή, η σύναξη στην Εκκλησία είναι η πρωταρχική λειτουργία της Εκκλησίας.

Απ’ τα παραπάνω καθίσταται φανερό απ’ το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, δια του οποίου συγκροτείται η ετήσια πασχάλια σύναξη του Ισραήλ προς τιμή της εξόδου του απ’ την Αίγυπτο και στο οποίο οι λέξεις «σύναξη» και «λατρεία» χρησιμοποιούνται επί ίσοις όροις. Αυτό φαίνεται απ’ τα εξής χωρία: καὶ ἡ ἡμέρα πρώτη κληθήσεται ἁγία (Έξοδος 12:16), εἀν δὲ εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν, ἥν ἄν δῷ κύριος ὑμῖν, καθότι ἐλάλησεν, φυλάξεσθε τὴν λατρείαν ταύτην (Έξοδος 12:25-26). Επομένως εάν η Εκκλησία είναι αυτή η πασχάλια σύναξη, η οποία προστάχθηκε απ’ τον Θεό Λόγο, η εκτέλεση των λόγων που είπε ο Θεός έγκειται σε αυτή τη λατρεία, η οποία πρέπει να τελείται από αυτή τη σύναξη.

Κατά τον ίδιο τρόπο η Εκκλησία καθεαυτή, – η σύναξη του εσχατολογικού πασχάλιου δείπνου του Χριστού είναι η απάντηση, η εκτέλεση της εντολής του Χριστού στον Μυστικό Δείπνο και επομένως η λατρεία του νέου εσχατολογικού Ισραήλ. Η Σύναξη της Εκκλησίας είναι η βασική λατρεία της Εκκλησίας και η θεμελιώδης λατρεία/λειτουργία της Εκκλησίας είναι η σύναξη αυτή στην Εκκλησία.

Δεν πρέπει να λησμονούμε ακόμη ότι η πασχάλια λατρεία απ’ τον καιρό του παλαιοδιαθηκικού Ισραήλ, αυτή η συναγωγή/εκκλησία προς τιμή της εξόδου από την Αίγυπτο, τελεί αδιαχώριστα τρία πράγματα, τα οποία της χαρίζουν την εικόνα της σύναξης. Το πρώτο από αυτά, το οποίο δίχως να αναφέρεται ρητά στο κείμενο της καθιέρωσης αυτής της γιορτής αλλά αναμφίβολα υπονοείται είναι η ευχαριστία – η ευγνωμοσύνη του Ισραήλ για τη συναγωγή και την έξοδο του από την Αίγυπτο. Η πασχάλια συναγωγή (εκκλησία) του Ισραήλ πρόκειται στην ουσία της για μια ευχαριστιακή συναγωγή και η λατρεία του είναι αυτή η ευχαριστία, η ευχαριστιακή συναγωγή. Αλλά αυτή η συναγωγή, αναμφίβολα μνημονεύει εκείνο, για το οποίο ευχαριστεί. Η πασχάλια συναγωγή του Ισραήλ είναι μια σύναξη, η οποία μνημονεύει ευγνωμονούσα, η λατρεία/λειτουργία της είναι να μνημονεύει, να θυμάται, να αναμιμνήσκει –πρόκειται για μια σύναξη της ανάμνησης. Γίνεται, επομένως, εύκολα αντιληπτό ότι οι συναγμένοι γεύονται τον αμνό – θυμούμενοι με ευγνωμοσύνη τη πασχάλια θυσία – με του οποίου το αίμα λυτρώθηκαν απ’ την αιχμαλωσία και τη σκλαβιά. Αυτή είναι η σύναξη, στην οποία παραθέτεται δείπνο, διότι η λατρεία/λειτουργία αυτής της σύναξης είναι η παράθεση αυτού του δείπνου – είναι μια σύναξη του δείπνου.

Τα ίδια ακριβώς πράγματα, τελούνται και στη λατρεία της εντολής του Χριστού: αυτό που κάνω τώρα (διά της πασχαλίου σύναξης)  να το κάνετε στην ανάμνησή μου. Ασφαλώς αυτή η σύναξη ξεκινάει από εκείνο το βράδυ στο εντευκτήριο της Σιών, για να ευχαριστήσει το Θεό γι’ αυτή τη κλήση, το κάλεσμα, τη σύναξη απ’ τον Χριστό τον Υιό του Θεού. Αυτό το παρατηρούμε και στην ευχή της αναφοράς στη λειτουργία του αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου:  Ὑπὲρ τούτων ἁπάντων εὐχαριστοῦμέν σοι καὶ τῷ μονογενεῖ σου Υἱῷ καὶ τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ (ευχαριστούμε δηλαδή επειδή μας δημιούργησες, σε ευχαριστούμε για τη πρόνοια Σου) Εὐχαριστοῦμέν σοι καὶ ὑπὲρ τῆς λειτουργίας ταύτης, ἣν ἐκ τῶν χειρῶν ἡμῶν δέξασθαι κατηξίωσας. Έπειτα με τη σύναξη αυτή συνεχώς μνημονεύεται, αναμιμνήσκεται, εκείνο για το οποίο ευχαριστεί δηλαδή ότι:  τῇ νυκτὶ ᾗ παρεδίδοτο, μᾶλλον δὲ ἑαυτὸν παρεδίδου, ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς, λαβὼν ἄρτον ἐν ταῖς ἁγίαις αὐτοῦ καὶ ἀχράντοις καὶ ἀμωμήτοις χερσίν, εὐχαριστήσας καὶ εὐλογήσας, ἁγιάσας, κλάσας, ἔδωκε τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ μαθηταῖς καὶ ἀποστόλοις, εἰπών··  Λάβετε, φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Ὁμοίως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι, λέγων πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου, τὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν (πάλι στην αναφορά στο μέρος, το οποίο λέγεται ανάμνηση). Και στο τέλος και αυτό συνάγεται για να γευτεί  η σύναξη εκείνο, για το οποίο συνάγεται – να γευτεί όχι απλά το σύμβολο της εξόδου από την Αίγυπτο και την εισαγωγή σε μια νέα γη- τη γιορτή που γινόταν κάθε χρόνο με το πασχαλινό αμνό – αλλά τον ίδιο τον Αμνό του Θεού τον Ιησού Χριστό – το Σώμα κι το Αίμα του. Τουτέστιν η Εκκλησία είναι το ακατάσβεστο δείπνο της Βασιλείας, το οποίο παρατίθεται και γεύεται στην εορταστική σύναξη.

Θα μπορούσε να λεχθεί συμπερασματικά ότι η θεμελιώδης λατρεία της Εκκλησίας είναι αυτή η ίδια η σύναξη στην Εκκλησία, η σύναξη του ευχαριστιακού δείπνου, και αυτό σημαίνει, ότι είναι ορθοί οι θεολόγοι της ευχαριστιακής εκκλησιολογίας, όταν επικυρώνουν, ότι το Μυστήριο της Ευχαριστίας δεν είναι μια ακολουθία, η οποία τελείται στην Εκκλησία, αλλά η τελείωση, η πραγμάτωση της Εκκλησίας καθαυτής.

 

Ο καθηγητής Καλίν Γιανάκιεφ διδάσκει στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Σόφιας ¨Αγ. Κλήμης της Αχρίδος¨, είναι μέλος της διεθνής κοινότητας μελετών της μεσαιωνικής φιλοσοφίας (S.I.E.P.M). Συγγραφέας των βιβλίων: ¨Αρχαιοελληνικός πολιτισμός – ζητήματα φιλοσοφίας και μυθολογίας¨ · ¨Θρησκευτικοί και φιλοσοφικοί στοχασμοί¨ · ¨Φιλοσοφικές εμπειρίες επί της μοναχικότητος και της ελπίδος¨ · ¨Δίπτυχα των εικόνων. Δοκίμιο περί της θεολογίας της θεωρίας¨ · ¨Ο Θεός της εμπειρίας και ο Θεός της φιλοσοφίας. Στοχασμοί περί θεογνωσίας¨ · ¨Τρεις υπαρξιακές φιλοσοφικές μελέτες. Το κακό. Το πάθος. Η ανάσταση.¨ · ¨Ο Κόσμος του Μεσαίωνα¨· “Res Vitae. Res Publicae. Φιλοσοφικές και πολιτικοφιλοσοφικές μελέτες με χριστιανική προοπτική¨ · ¨Ευρώπη-Μνήμη-Εκκλησία. Ιστορικοπολιτικές και πνευματικές σημειώσεις¨ (κείμενα εκδιδόμενα στην ιστοσελίδα Κουλτούρα). Το 2016 εκδόθηκε τόμος ιωβηλαίου με μελέτες προς τιμήν του καθηγητού Καλίν Γιανάκιεφ – “Christianitas, Historia, Metaphysica”. Το τελευταίο του βιβλίο φέρει τον τίτλο ¨Η Θυσία του Χριστού, Ευχαριστία και Εκκλησία. Μελέτες επί βιβλικών θεμάτων¨ (Communitas, 2017).

Τι είναι η Εκκλησία ;

Πολλά ήταν αυτά, τα οποία λέχθηκαν πριν αλλά και μετά τη Σύνοδο της Κρήτης, ενώ έγιναν και πολλές ¨αποκαλύψεις¨, οι οποίες κατά τη γνώμη μου ξεσκεπάστηκαν στο σημαντικό άρθρο της Ζλάτινα Ιβανόβα, ¨Για την Εκκλησία και τις εκκλησίες ή για τη νέα τυπολατρία της ορολογίας¨[1]. Γι’ αυτό τώρα αποφάσισα να ασχοληθώ – δίχως αξιώσεις – με το νόημα της έννοιας εκκλησία βασιζόμενος στην Αγία Γραφή αλλά και στη πρωταρχική σημασία αυτής της έννοιας.

Αναντίρρητα ο καινοδιαθηκικός λαός του Θεού – το έθνος του Χριστού συγκεντρώνεται στην εκκλησία[2]. Σ’ αυτή τη σύναξη συνεχίζεται η αδιάλειπτη παρουσία της Πεντηκοστής, η οποία άρχισε εκείνη τη ¨μεγαλειώδη και δοξασμένη ημέρα¨ στην Ιερουσαλήμ, όταν το Άγιο Πνεύμα για πρώτη φορά κατήλθε στους μαθητές με μορφή πύρινων γλωσσών.

Ποιο όμως είναι ακριβώς το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της συγκέντρωσης, αυτής της σύναξης, η οποία συγκαλείται συνεχώς και πάντοτε ;  Με άλλα λόγια τι είδους σύναξη είναι η Εκκλησία ;

Για να απαντήσουμε αυτή τη θεμελιώδη ερώτηση, πρέπει πρώτα να κάνουμε ορισμένες γλωσσικές επεξηγήσεις. Αυτές είναι αναγκαίες –επειδή η λέξη carkva, (църква) είναι ξενικής προελεύσεως (γερμ. Kirche), και καθιερώθηκε στη βουλγαρική γλώσσα ως μετάφραση του βιβλικού ἐκκλησία, γι’ αυτό και η πρωταρχική σημασία της λέξης αυτής, έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό το νόημα της.

Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ότι η λέξη ¨carkva¨ (επαναλαμβάνω τη μετάφραση της αυθεντικής λέξης ἐκκλησία) στη γλώσσα μας  χρησιμοποιείται χωρίς κάποια διάκριση για την εκκλησιαστική κοινότητα, αλλά και για το μέρος, στο οποίο η κοινότητα αυτή συγκεντρώνεται για να τελέσει τη ¨λειτουργία¨ – δηλαδή τον ναό, στον οποίο τελείται αυτή η λειτουργία. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο στη βουλγαρική γλώσσα χρησιμοποιούνται συχνά εκφράσεις του τύπου: ¨πηγαίνω στην εκκλησία¨ με το νόημα ότι ¨πηγαίνω στο ναό¨ – στην εκκλησία δηλαδή ως κτήριο ή πιο συχνά πηγαίνω (ή πιο συχνά πάω) ¨στην εκκλησία¨  με το νόημα ότι ¨παρακολουθώ συγκεκριμένες εκκλησιαστικές τελετές¨ (λειτουργία, εσπερινός, όρθρος κτλ)[3].

Σ’ αυτή τη περίπτωση δεν είναι δύσκολο να παρατηρηθεί ότι στη χρήση της καθημερινής γλώσσας ¨εκκλησία¨ και κοινότητα (της εκκλησίας) φαίνονται νοηματικά ως διαχωρισμένες έννοιες. Συνεπώς αν ¨εκκλησία¨- είναι ο χώρος, στον οποίο συγκεντρώνονται συγκεκριμένοι άνθρωποι (χριστιανοί), αυτό σημαίνει ότι αυτός ο χώρος είναι ¨εκκλησία¨ εκ των προτέρων και ανεξάρτητα απ’ τους ανθρώπους, οι οποίοι συγκεντρώνονται σ’ αυτόν το χώρο. Κατά τον ίδιο τρόπο, εάν ¨εκκλησία¨ θεωρείται η λειτουργία της εκκλησίας, στην οποία συγκεντρώνονται καθορισμένοι άνθρωποι τότε η ¨λειτουργία¨ και η κάθε ακολουθία που συμβαίνει εκεί σημαίνει την εκκλησία καθ’ αυτήν, ανεξάρτητα από εκείνους τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να λάβουν μέρος ή απλά να βρίσκονται εκεί.

Όταν περάσουμε απ’ αυτή τη καθιερωμένη χρήση της γλώσσας στα κείμενα της Καινής Διαθήκης, τα οποία περιγράφουν την Εκκλησία ως μια νέα πραγματικότητα, τότε θα δούμε ότι η λέξη εκκλησία απαντάται αποκλειστικά στα πλαίσια μιας σύναξης εφόσον χρησιμοποιείται κυρίως τα ρήματα συνέρχομαι/συνάγω με τα παρεπόμενά τους. Γράφει για παράδειγμα ο απόστολος Παύλος «πρώτον μὲν γὰρ συνερχομένων ὑμῶν ἐν ἐκκλησία ἀκούω σχίσματα ἐν ὑμῖν ὑπάρχειν καὶ μέρος τι πιστεύω» (Α΄ Κορ. 11 :18), «καὶ εὑρὼν ἤγαγεν εἰς Ἀντιόχειαν. ἐγένετο δὲ αὐτοῖς καὶ ἐνιαυτόν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ» (Πράξεις Αποστόλων 11:26) γράφει ο απόστολος Λουκάς για τους ακολούθους του Χριστού στην Αντιόχεια, «παραγενόμενοι δὲ καὶ συναγαγόντες τὴν ἐκκλησίαν ἀνήγγελον ὅσα ἐποίησεν ὁ Θεὸ μετ’ αὐτῶν καὶ ὅτι ἥνοιξεν τοῖς ἔθνεσιν θύραν πίστεως» (Πράξεις Αποστόλων 14:27) μας αναφέρει πάλι ο απόστολος Λουκάς για τον Βαρνάβα και τον Παύλο, οι οποίοι γυρνούσαν απ’ την αποστολική τους περιοδεία ξανά στην Αντιόχεια.

Από τα παραπάνω παραδείγματα φαίνεται καθαρά, ότι για τους καινοδιαθηκικούς συγγραφείς η ¨εκκλησία¨ είναι αποκλειστικά και μόνο η σύναξη των χριστιανών, ένα νέο είδος κοινότητας. Αυτό ασφαλώς είναι εντελώς φυσικό, γιατί η ελληνική λέξη εκκλησία, την οποία έχουμε μεταφράσει στη γλώσσα μας ως cǎrkva (църква) σημαίνει ακριβώς σύναξη – σύναξη του λαού ή εθνική σύναξη.

Αναμφίβολα το να προσδώσουμε αυτό το λεκτικό νόημα στη λέξη, με σκοπό να αποσαφηνίσουμε τον χαρακτήρα της εκκλησίας είναι κάτι το εντελώς ανεπαρκές – διότι όπως είναι γνωστό – στην αρχαιοελληνική γλώσσα αυτή η λέξη δεν είναι η μοναδική που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη ¨συγκέντρωση¨ – και κάτι ακόμα το οποίο είναι πολύ σημαντικό – εκτός από την λέξη εκκλησία δεν χρησιμοποιείται καμία άλλη λέξη για να δηλώσει τη καθορισμένη αυτή συγκέντρωση των ανθρώπων. Κάτι το οποίο σημαίνει ότι εκτός από απλή σύναξη, η λέξη εκκλησία σημαίνει μια ιδιαιτέρου είδους σύναξη, η οποία την διαφοροποιεί από κάθε άλλου είδους συγκέντρωση ανθρώπων.

Επομένως η επόμενη ερώτηση που πρέπει να θέσουμε έπειτα από αυτές τις προπαρασκευαστικές λεκτικές επεξηγήσεις είναι η εξής: Τι είδους σύναξη επιτελείται στην εκκλησία ;

Ακριβώς εδώ πρέπει να πούμε ότι υπάρχει δυσκολία για εμάς, επειδή η λέξη εκκλησία μας είναι ξένη. Ειδικότερα στην ελληνική γλώσσα καθίσταται φανερή η εννοιολογική απόχρωση της σύναξης στην λέξη εκκλησία, διότι η πρωτοβουλία για τη σύσταση της σύναξης τίθεται σε μια διαφορετική πηγή εκτός της ίδιας της σύναξης[4]. Στη βουλγαρική γλώσσα η λέξη sǎbranie (събрание) είναι αρκετά αφηρημένη  και αναφέρεται στην πρωτοβουλία, η οποία προέρχεται απ’ την σύναξη την ίδια,  απ’ τους ανθρώπους που θα συγκροτήσουν αυτή τη σύναξη, γι’ αυτό και σημαίνει τη συνέλευση, η οποία καλείται από μια συγκεκριμένη προσωπικότητα ή θεσμό, που βρίσκεται εντός της σύναξης (για παράδειγμα η εθνική συνέλευση, η οποία καλείται και εκτελεί τα καθήκοντα της απ’ έναν καθορισμένο θεσμό, απ’ το εκλεγμένο σώμα του λαού), επίσης θα μπορούσε να μην υποδηλώνει καν τη πρωτοβουλία για συνέλευση στην ίδια τη ¨σύναξη¨. Αντιθέτως: στην αρχαιοελληνική γλώσσα (και ειδικότερα στην κοινή ελληνική της Βίβλου), όταν η πρωτοβουλία μιας σύναξης προέρχεται απ’ τους συγκεντρώνοντες, χρησιμοποιείται συνήθως η λέξη συναγωγή – συνάθροιση πολλών ανθρώπων μαζί[5]. Εν αντιθέσει με το παραπάνω όταν η Βίβλος αναφέρεται απλά στο γεγονός της συγκέντρωσης πολλών ανθρώπων (λαού), η σε συρροή σε ένα μέρος πολλών ατόμων, συναντούμε συχνά τη λέξη πλῆθος –και μερικές φορές όταν υπάρχει και κάποια αρνητική απόχρωση, χρησιμοποιείται η λέξη ὄχλος. Συνεπώς γι’ αυτό το λόγο όταν η σύναξη προέρχεται απ’ έξω, από κάποιον, ο οποίος συνάζει τους ανθρώπους (μέσω μιας κλήσης ή μιας διαταγής), τότε η λέξη που χρησιμοποιείται είναι η ¨ἐκκλησία¨.

Αυτός που γνωρίζει την ελληνική γλώσσα αντιλαμβάνεται αμέσως ότι η λέξη ἐκκλησία έχει αυτή την έννοια απ’ την σύνθεση και μόνο της λέξης, η οποία προέρχεται απ’ το ρήμα καλέω-ῶ, το οποίο σημαίνει παρακινώ κάποιον να έρθει κάπου και απ’ το πρώτο συνθετικό ἐκ, το οποίο δηλώνει την κίνηση προς τα έξω ή από κάποιον τόπο και αναφέρεται σ’ αυτή τη σύγκληση κάποιων, κάποιου από κάποιον άλλον ή κάτι άλλο.

Εάν όμως ἐκκλησία σημαίνει σύναξη, η οποία πραγματοποιείται απ’ τη κλήση ή το πρόσταγμα κάποιου, σύμφωνα με τη δική του πρωτοβουλία, η οποία προέρχεται απ’ έξω, τότε λογικά προϋποτίθεται η διευκρίνιση από ποιον και για ποίον καλείται αυτή η ¨σύναξη¨  και επιπλέον – για ποιον λόγο καλείται. Όπως προκύπτει λοιπόν απ’ την Αγία Γραφή, η λέξη αυτή σημαίνει την εκκλησιαστική σύναξη. Η Εκκλησία συγκαλείται και συνάζεται απ’ τον Θεό, είναι η σύναξη των ανθρώπων, η οποία εκκαλείται απ’ τον Θεό, πρόκειται για μια θεϊκή σύναξη –και αυτό φαίνεται αποκλειστικά στη Καινή Διαθήκη – πρόκειται για τη σύναξη, η οποία συγκαλείται και συνάζεται απ’ τον Θεό ἐν τῷ Χριστῷ Ἰησοῦ.

Αναντίρρητα ακριβώς αυτή είναι και η θεμελιώδης σημασία του παλαιοδιαθηκικού ¨λαού του Θεού¨ – δηλαδή του Ισραήλ. Το Ισραήλ είναι ἐκκλησία στην ολότητα του, εξ’ αιτίας της καταγωγής του και λόγω του χαρακτήρα του ως έθνους, το οποί έχει κληθεί απ’ τον Θεό, ¨ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας¨. Σ’ ολόκληρη τη πορεία του εντός της ερήμου, το Ισραήλ δεν αντιπροσωπεύει τίποτε άλλο παρά την σύναξη του Θεού (ἐκκλησία) και επειδή έχει κληθεί απ’ τον Θεό το Ισραήλ παραμένει στην γη, στην οποία ο Θεός τον εισάγει και τον εγκαθιστά.

Ασφαλώς αυτή η σύναξη (ἐκκλησία), η οποία είναι ουσιαστικά ο Ισραήλ συγκαλείται απ’ τον Θεό όχι χωρίς κάποιον καθορισμένο σκοπό ούτε χωρίς κάποιον συγκεκριμένο στόχο, αλλά για κάτι, το οποίο ρητά υποδηλώνεται και στην Παλαιά Διαθήκη. Αλλά για αν συγκεντρωθεί το γένος του Ιακώβ, να εξέλθουν οι οικογένειες απ’ την Αίγυπτο και να καταστεί το έθνος του Ισραήλ το έθνος του Θεού ανάμεσα στα ¨έθνη¨ των (¨εθνικών¨) της γης, για να καταστεί το μοναδικό έθνος, το οποίο θα ζει σύμφωνα με τον νόμο Του και (αποκλειστικά) υπό τη δική Του διακυβέρνηση (βλ. την υπόσχεση του Θεού:   καὶ νῦν ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς ἐμῆς φωνῆς καὶ φυλάξητε τὴν διαθήκην μου, ἔσεσθέ μοι λαὸς περιούσιος ἀπό πάντων τῶν ἐθνῶν· ἐμὴ γάρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ·)

Γι’ αυτό το λόγο η πιο σημαντική, η πιο θεμελιώδης πράξη συγκρότησης του Ισραήλ σε (παλαιοδιαθηκική) ἐκκλησία συντελείται στο Όρος Σινά, εκεί όπου ο Θεός παραδίδει τον Νόμο στον Μωυσή, για τον οποίον κάλεσε και συγκέντρωση το Ισραήλ καθιστώντας το ¨λαό του Θεού.¨ Εκεί π΄ρεα στο Σινά – το Ισραήλ καθίσταται τελικά ἐκκλησία  – μια κοινωνία η οποία συγκλήθηκε για να ζήσει σύμφωνα με τον Νόμο της αγιότητας; εκεί πέρα αρχίζει τη πορεία του ως ἐκκλησία του Θεού ανταποκρινόμενο στη κλήση του Θεού και συνάπτοντας ¨διαθήκη¨ με τον Θεό.

Κατά τον ίδιο τρόπο με το Ισραήλ, εκείνο το πλήθος, εκείνος ο λαός, ο οποίος αρχίζοντας απ’ τη Πεντηκοστή πίστεψε, ότι ο κηρυττόμενος απ’ τους Αποστόλους Ιησούς είναι ο υποσχόμενος Μεσσίας (Χριστός) κατέστη ἐκκλησία του Θεού, διότι και αυτός συγκλήθηκε να συναχθεί ἐν τῇ Βασιλεία Του, συναγμένος απ’ όλα τα έθνη της οικουμένης και του κόσμου (δηλαδή κλήθηκε για να εξέλθει απ’ τη μεταφυσική Αίγυπτο, να εξέλθει απ’ τη σκλαβιά του θανάτου.)

Φυσικά και αυτή η ἐκκλησία – η ἐκκλησία της Καινής Διαθήκης δεν συγκλήθηκε απ’ τον Θεό χωρίς σκοπό και στόχο, αλλά συνάχθηκε για λόγο πολύ πιο σημαντικό απ’ την υποταγή στον θεϊκό νόμο της ζωής στη γη. Ο λόγος αυτός είναι η κλήση στη τράπεζα της ίδιας της θεϊκής ζωής, στο μοίρασμα του συνεχούς παραδιδόμενου δώρου του Θεού, στην εορτή του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου Ιησού Χριστού. Διότι σ’ Αυτόν και γι’ Αυτόν κλήθηκε και συνάχθηκε απ’ όλα τα έθνη του κόσμου το ¨έθνος¨, το οποίο συγκροτεί τη καινοδιαθηκική ἐκκλησία – το ¨έθνος¨ της Εκκλησίας του Χριστού.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η θεμελιώδης πράξη της συγκρότησης της Εκκλησίας (ανάλογη με την παράδοση των εντολών στο Σινά)  είναι η παράδοση και η διαθήκη του Σώματος και του Αίματος του Μυστικού Δείπνου στο εντευκτήριο της Σιών. Ακριβώς τότε, όπως γνωρίζουμε, ο  Θεός διά του Χριστού καταβάλλει τα Δώρα Του για τα οποία και στα οποία συγκάλεσε και σύναξε τη καινοδιαθηκική Εκκλησία, τη σύναξη του Θεού. Ακριβώς τότε στο Μυστικό Δείπνο, η Εκκλησία στο πρόσωπο των δώδεκα – οι οποίοι μοιάζουν με παράδοξους γενάρχες – συγκαλείται, καλείται και συνάζεται για να ζήσει το Δώρο της Θεϊκής κοινωνίας. Τότε και εκεί αρχίζει να είναι Εκκλησία, συνάπτοντας τη Καινή Διαθήκη με τον Κύριο Ιησού Χριστό, για τη σύναψη της οποίας ο Θεός τη κάλεσε απ’ τον κόσμο – απ’ τη μεταφυσική Αίγυπτο.

 

Ο καθηγητής Καλίν Γιανάκιεφ διδάσκει στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Σόφιας ¨Αγ. Κλήμης της Αχρίδος¨, είναι μέλος της διεθνής κοινότητας μελετών της μεσαιωνικής φιλοσοφίας (S.I.E.P.M). Συγγραφέας των βιβλίων: ¨Αρχαιοελληνικός πολιτισμός – ζητήματα φιλοσοφίας και μυθολογίας¨ · ¨Θρησκευτικοί και φιλοσοφικοί στοχασμοί¨ · ¨Φιλοσοφικές εμπειρίες επί της μοναχικότητος και της ελπίδος¨ · ¨Δίπτυχα των εικόνων. Δοκίμιο περί της θεολογίας της θεωρίας¨ · ¨Ο Θεός της εμπειρίας και ο Θεός της φιλοσοφίας. Στοχασμοί περί θεογνωσίας¨ · ¨Τρεις υπαρξιακές φιλοσοφικές μελέτες. Το κακό. Το πάθος. Η ανάσταση.¨ · ¨Ο Κόσμος του Μεσαίωνα¨· “Res Vitae. Res Publicae. Φιλοσοφικές και πολιτικοφιλοσοφικές μελέτες με χριστιανική προοπτική¨ · ¨Ευρώπη-Μνήμη-Εκκλησία. Ιστορικοπολιτικές και πνευματικές σημειώσεις¨ (κείμενα εκδιδόμενα στην ιστοσελίδα Κουλτούρα). Το 2016 εκδόθηκε τόμος ιωβηλαίου με μελέτες προς τιμήν του καθηγητού Καλίν Γιανάκιεφ – “Christianitas, Historia, Metaphysica”. Το τελευταίο του βιβλίο φέρει τον τίτλο ¨Η Θυσία του Χριστού, Ευχαριστία και Εκκλησία. Μελέτες επί βιβλικών θεμάτων¨ (Communitas, 2017).

[1] https://dveri.bg/component/com_content/Itemid,100521/catid,280/id,22882/view,article/

[2] Μερικές διευκρινήσεις για αυτόν τον όρο. Στην βουλγαρική γλώσσα η εκκλησία ονομάζεται  cǎrkva, με συνέπεια να λείπουν οι σχετικές εννοιολογικές αποχρώσεις, οι οποίες υπάρχουν στην ελληνική γλώσσα. Η εκκλησία σημαίνει το σύνολο των πιστών της χριστιανικής θρησκείας, που συγκροτεί ένα ενιαίο σώμα πιστών και έχει ως κεφαλή τον Χριστό.. Ενώ στις αρχαίες ελληνικές πόλεις με δημοκρατικό πολίτευμα η Εκκλησία του Δήμου σήμαινε την λαϊκή συνέλευση κατά την οποία λαμβάνονταν αποφάσεις για τις δημόσιες υποθέσεις. Βλ. Γ. Μπαμπινιώτης. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, στο λήμμ. «Εκκλησία», σ. 570. Henry George Liddell, Robert Scott, A Greek-English Lexicon, στο λημμ. «Εκκλησία» σ. 509 ἐκκλησία (ἔκκλητος),· I. συνάθροιση πολιτών που συγκαλείται ανά τακτά χρονικά διαστήμα τα, νομοθετική συνέλευση, σε Θουκ. κ.λπ.· στην Αθήνα οι τακτικές Συνελεύσεις ονομάζονταν κύριαι, οι έκτακτες καλούνταν σύγκλητοι, παρά Δημ.· ἐκκλ. συναγείρεινσυνάγεινσυλλέγεινἀθροίζειν, συγκαλώ συνέλευση, σε Ηρόδ. κ.λπ.· ἐκκλ. ποιεῖν, «κάνω συνέλευση», σε Αριστοφ.· ἐκκλ. γίγνεταικαθίσταται, πραγματοποιείται συνέλευση, σε Θουκ.· ἐκκλ. διαλύεινἀναστῆσαι, διαλύω τη συνέλευση, στον ίδ. κ.λπ.· ἀναβάλλειν, αναβάλλω τη συνέλευση, στον ίδ. II. στην Κ.Δ., η Εκκλησία του Χριστού, είτε σώμα των πιστών είτε τόπος συνάθροισης, χριστιανικός ναός. Ενδιαφέρουσες πληροφορίες αναφέρονται και στη ΘΗΕ, τ. 5, σ. 466. Η λέξη Εκκλησία προέρχεται από την αρχαία κλασσική γλώσσα και ετυμολογείται απ’ το ρήμα ἐκαλλέω-ῶ, ενώ απαντά σε αρχαίους συγγραφείς όπως ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Θουκυδίδης, ο Πλούταρχος, ο Πολύβιος κτλ. Σημαίνει την συνέλευση των πολιτών, η οποία συγκαλείται από τους άρχοντες για πολιτικούς σκοπούς, ή λόγω κάποιου σημαντικού γεγονότος, με συνέοεια τη συγκρότηση της συνέλευσης του λαού. Η λέξη απαντά και στην ελληνική μετάφραση της Π. Διαθήκης υπό των Ο΄, απ’ τους οποίους ως Εκκλησία μεταφράστηκε η εβραϊκή λέξη qahal και χρησιμοποιήθηκε  96 φορές, σημαίνουσα τη συνέλευση του Ισραηλιτικού λαού του Θεού, προς σκοπούς θρησκευτικούς, πολιτικούς ή στρατιωτικούς.

[3] Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα. Συνήθως όταν λέμε ¨πηγαίνω στην εκκλησία¨ ή ¨πάω στην εκκλησία¨ εννοούμε τον χριστιανικό ναό. Εκτός απ’ αυτό με τη φράση ¨πηγαίνω στην εκκλησία¨ σημαίνει ότι παρακολουθούμε τακτικά τη Θεία Λειτουργία, εκκλησιαζόμαστε δηλαδή τακτικά. Προφανώς έχει χαθεί η έννοια της εκκλησίας ως συγκεκριμένης κοινότητας, στην οποία συγκεντρώνονται οι άνθρωποι. Η έννοια συνεχίζει να υπάρχει αλλά είναι ένα ζήτημα, το αν συνεχίζει να υπάρχει και η κοινότητα. Επειδή έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό ο πρωταρχικός ρόλος της εκκλησίας, ως ενοποιητικού στοιχείου των ανθρώπων, η λέξη εκκλησία θεωρείται ταυτόσημη με τον ναό. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι και στο λεξικό του Μπαμπινιώτη η πρώτη εξήγηση για τη λέξη εκκλησία είναι ο χριστιανικός ναός ενώ η φράση πηγαίνω στην εκκλησία, σημαίνει ότι παρακολουθώ τακτικά τις εκκλησιαστικές ακολουθίες.

[4] Αυτό φαίνεται καθαρά απ’ το ρήμα ἐκ-κᾰλέω, μέλ. -έσωI. καλώ κάποιον έξω ή προκαλώ διαμαρτυρία, προσκαλώ κάποιον να βγει έξω, σε Όμηρ., Ηρόδ., Ευρ. II. 1. Μέσ., καλούμαι έξω, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ. 2. προκαλώ διαμαρτυρία, βρίσκω την αλήθεια, σε Αισχύλ. κ.λπ. 3. με απαρ., καλώ κάποιον να κάνει κάτι, σε Σοφ. Βλ. Henry George Liddell, Robert Scott, A Greek-English Lexicon, στο λημμ. «ἐκκαλέω» σ. 509. Είναι φανερό ότι η πρωτοβουλία της σύναξης, η οποία ονομάζεται εκκλησία έχει την πηγή της έξω απ’ την ίδια την σύναξη, αυτή την σύναξη την καλεί κάποιος άλλος, εν προκειμένω ο Θεός.

[5] Ο συγγραφέας του κειμένου χρησιμοποιεί στα βουλγάρικα τις λέξεις sbor (сбор) και shojdenie (схождение) για να δηλώση τη συναγωγή. Πράγματι και στα ελληνικά η συναγωγή έχει την έννοια της συνάθροισης.